Να ’μουν κερί και να ’στεκα
πάνω στο μανουάλι
κι εσύ το σπίρτο να βαστάς
και να με πιάνει ζάλη.
Ανε μ’ ανάψεις θα καώ
μα πάνω εις τη φεγγιά μου
θα πεις εσύ την προσευχή
στην Παναγιά γλυκιά μου.
Δεν του ζηλεύω του κεριού
που καίγεται και σβήνει
θέλω να ζήσω μια ζωή
αθάνατη να μείνει.*
Ολη η ζωή είναι πίνακας,
είμαστε η κιμωλία,
μα έρχεται ο σπόγγος
σβήνει τα, μένουνε τα βιβλία.
Κάθε καλή κουβέντα σου
γράψ’ τηνε σε βιβλίο
να τη διαβάζουν οι γενιές
θα ’ναι το μεγαλείο.
Να λένε από ‘πα πέρασε
άνθρωπος διοματάρης
και δέκα λέξεις όμορφες
σού γραψε για να πάρεις.
*(μαντινάδα του Χανταμπάκη Σπύρου)