«Είναι η τρίτη φορά που βανδαλίζουν την τουαλέτα των ατόμων με αναπηρία από πέρυσι που τη φτιάξαμε μέσα από ένα πρόγραμμα», μου είπε ο διευθυντής του 3ου Γυμνασίου όταν βρέθηκα στο σχολείο για να καταγράψουμε τις καταστροφές που προκάλεσαν άγνωστοι στις τουαλέτες το βράδυ της Δευτέρας. Πόρτες σπασμένες, συνθήματα γραμμένα στον τοίχο, εξοπλισμός διαλυμένος.
Το φαινόμενο των βανδαλισμών κάθε άλλο παρά άγνωστο είναι στα σχολεία των Χανίων. Καταστροφές που προκαλούνται από νέα παιδιά.
Παιδιά που τα πρωινά ασφυκτιούν μέσα στην τάξη, είναι οι παρίες του σχολείου, το περιθώριο, το παράδειγμα προς αποφυγήν.
Τη νύχτα, όμως, μέσα στην άδεια αυλή, αισθάνονται πρωταγωνιστές, δυνατοί. Νιώθουν να παίρνουν τη ρεβάνς και μιλάνε τη γλώσσα της βίας. Την πιο εύκαιρη γλώσσα που έχουν για να εκφράσουν τον θυμό τους για το σχολείο που δεν τα αγαπά και δεν το αγαπάνε. Την πίκρα τους για τη “στάμπα” του αποτυχημένου που κουβαλάνε στα πίσω θρανία, για τη σκληρή ζωή που διαισθάνονται ότι τους επιφυλάσσει το μέλλον.
Οι βανδαλισμοί στα σχολεία είναι ένας δείκτης αποτυχίας του εκπαιδευτικού μας συστήματος που καμία εκπαιδευτική μεταρρύθμιση δεν πήρε ποτέ υπόψη της. Ούτε φυσικά η τελευταία που έδειξε να νοιάζεται περισσότερο για το μέλλον των αρίστων.
Το να επανέλθουν οι σχολικοί φύλακες μπορεί να περιορίσει το μέγεθος των υλικών ζημιών στις σχολικές μονάδες. Σίγουρα, όμως, δεν θα θεραπεύσει τις αιτίες του φαινομένου. Αιτίες που εδράζονται στο πλήρως ανταγωνιστικό, αγχώδες και εξετασιοκεντρικό σύστημα της εκπαίδευσής μας. Ενα σύστημα μη ελκυστικό για να συναντηθεί κανείς με τη γνώση και να ανακαλύψει τον εαυτό του. Ενα σύστημα, που δείχνει να μην χωράει όλα τα παιδιά και που εκτός από υψηλές επιδόσεις, παράγει δυστυχώς και οργή.