«Τις περισσότερες φορές όταν κλείνουν οι κάμερες, τότε συνήθως ακούς τις δυνατότερες ιστορίες», λέει στις “Διαδρομές” η σκηνοθέτις Βίκη Αρβελάκη. Πνεύμα ανήσυχο η Βίκη Αρβελάκη, προσεγγίζει με ευαισθησία, μέσα από τα ντοκιμαντέρ της, ανθρώπινες ιστορίες.
Το πρώτο ντοκιμαντέρ δικής της παραγωγής: “Στα Σκοτεινά στην Κρήτη“ απέσπασε υποψηφιότητα για το βραβείο καλύτερου ντοκιμαντέρ από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου (2017), ενώ προ ημερών διακρίθηκε με βραβείο “Φεστιβάλ” το ντοκιμαντέρ της: “Πρωτόγονη φωνή” (στο 7ο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Ιεράπετρας το οποίο διεξήχθη από 2-8 Αυγούστου 2020).
«Τα ντοκιμαντέρ καταγράφουν τη μιλιά της ψυχής», τονίζει.
•Γιατί επέλεξες να ασχοληθείς με ντοκιμαντέρ;
Όταν βρίσκομαι με κάποιον και μου χαρίζει την αλήθεια του, είτε αυτή η αλήθεια είναι οι μνήμες της Κατοχής, είτε η αγάπη του για κάτι, οι σκέψεις του, πως αντιλαμβάνεται τα πράγματα, πάντοτε υπάρχει ένα φως στα μάτια του, μια ζωηράδα. Είναι η μιλιά της ψυχής. Είναι βέβαιο πως όταν αυτό το φως με παρασύρει, έχει παρασύρει και τους υπόλοιπους που είμαστε πίσω από τις κάμερες, όταν δακρύζω εγώ με αυτά που ακούω, βλέπω κόκκινα μάτια και γύρω μου. Όταν γελάω, γελάμε όλοι. Αυτή η διαδικασία, να σου χαρίζει ένα κομμάτι του, να ανταποκρίνεται στο βλέμμα σου και να αγνοεί την κάμερα που τον μαγνητοσκοπεί, είναι μοναδική. Ο χρόνος σταματά και η μιλιά της ψυχής καταγράφηκε. Αυτή είναι για μένα η μεγαλύτερη ομορφιά του ντοκιμαντέρ. Το όχημα που μας οδηγεί, πολλές φορές χωρίς να ξέρουμε που πάει. Μα αυτό σίγουρα ξέρει τον δρόμο.
•Τα ντοκιμαντέρ σου είναι ανθρωποκεντρικά. Προσεγγίζουν με ευαισθησία ανθρώπινες ιστορίες. Μοιράσου μαζί μας κάποιες ξεχωριστές στιγμές και ιστορίες πίσω από τις κάμερες.
Είναι πολλά αυτά που μπορώ να θυμηθώ, πίσω από τις κάμερες. Για να τα διηγηθώ, θέλουμε χρόνο, γιατί το κάθε ένα έχει την ιστορία του, όπως το φιλί των ερωτευμένων που ήθελε χρόνο, λόγια, απουσίες για να συμβεί. Τις περισσότερες φορές όταν κλείνουν οι κάμερες, τότε συνήθως ακούς τις δυνατότερες ιστορίες. Στα χωριά ας πούμε, μετά το γύρισμα δε φεύγεις χωρίς να καθίσεις στο τραπέζι να πιεις ένα ποτήρι κρασί. Το κρασί μπορεί να είναι και 40 χρονών, έχει δηλαδή τουλάχιστον τα μισά χρόνια από τον σπιτονοικοκύρη. Με τα χρόνια έχω σκεφτεί πολλές φορές ότι δεν πρέπει να καταγράφονται όλα, κάποια ας μένουν εδώ, ανάμεσα σε εμάς που βρεθήκαμε εκείνη την ώρα μαζί. Έχει και μια ιερότητα όλο αυτό. Όταν αυτή η ζώνη δημιουργηθεί ανάμεσα στους ανθρώπους, τότε κερδήθηκε ο χρόνος, είτε γράφουν οι κάμερες είτε όχι. Εκείνη η στιγμή δεν θα ξαναέρθει ποτέ, ίσως να μην ξανασυναντηθούμε κιόλας, μα κάτι μας ένωσε και αυτό θα μείνει άφθαρτο, ίσως και να γράφτηκε στο RΕC της κάμερας, μα και να μην καταγράφηκε, δεν πειράζει.
•Το ντοκιμαντέρ: “Πρωτόγονη Φωνή” απέσπασε βραβείο στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Ιεράπετρας. Πώς ξεκίνησε η σκέψη για αυτό το ντοκιμαντέρ που αναφέρεται σε ένα χωριό της Κρήτης και στη μαγεία της μουσικής.
H Πρωτόγονη Φωνή γυρίστηκε τις ημέρες του Μουσικού Διδασκαλείου του Μέρωνα, που γίνεται κάθε χρόνο αρχές Αυγούστου. Το σταμάτημα του ρολογιού, όπως το ένιωθα τις προηγούμενες χρονιές που επισκεπτόμουν τον Μέρωνα, η απουσία της καθημερινής μας τρέλας, της νεύρωσης και κοινωνικής αποξένωσης, της καταναλωτικής μας λαιμαργίας, χαρακτηριστικά του σύγχρονου ανθρώπου και στην Κρήτη, εκεί τα ξεχνάς. Μια ώρα δρόμος με το αυτοκίνητο στη σωστή κατεύθυνση, και νιώθεις ότι έχεις αλλάξει σύμπαν. Ήταν το συναίσθημα αυτό, δυνατό και τρυφερό, που περνούσε μέσα από τη μουσική, είτε ξέρεις να παίζεις κάποιο μουσικό όργανο είτε όχι. Δεν μπορούσες να του ξεφύγεις. Οπότε δεν ξεκίνησε με σκέψη η δημιουργία του ντοκιμαντέρ αυτού, μα με συναίσθημα.
•Σε προηγούμενο ντοκιμαντέρ, στο “Λουλούδια που μαράθηκαν νωρίς”, παρουσιάζεις ιστορίες από επιζώντες των ναζί στον Κακόπετρο. Το ντοκιμαντέρ προβλήθηκε και στη Γερμανία. Μίλησε μου για αυτή την παραγωγή και τις συζητήσεις που έγιναν εδώ και στη Γερμανία.
Η ταινία μας “Λουλούδια που μαράθηκαν νωρίς”, προβλήθηκε σε 500 Γερμανούς μαθητές λυκείου. Όταν πήγα στη Γερμανία για αυτές τις προβολές, θεωρούσα δεδομένο ότι θα ήξεραν τα παιδιά για την περίοδο της Γερμανικής Κατοχής στην Ελλάδα. Δεν περίμενα μετά την ταινία να έχω ερωτήσεις που ξεκινούσαν όλες «Δεν ξέραμε ότι ο Γερμανικός στρατός έφτασε στην Ελλάδα. Γιατί έγιναν όλα αυτά;». Συγκινημένοι όλοι μας, μιλήσαμε με τα παιδιά, προσπαθώντας να καταλάβουμε το αδιανόητο. Γιατί εκτελέστηκαν τόσοι αθώοι άνθρωποι; Μήπως και σήμερα γίνονται τα ίδια και δεν τα μαθαίνουμε καν; Οι συζητήσεις με τους μαθητές ήταν ουσιαστικές, αυτά τα παιδιά ήταν ώριμα παιδιά με εξαιρετικούς εκπαιδευτικούς. Προσπαθούσα να θυμηθώ αν έχω κάνει παρόμοιες συζητήσεις με παιδιά τέτοιας ηλικίας στη χώρα μου… Τους ζήτησα να τους πάρουμε σύντομες συνεντεύξεις. Αν είχαμε χρόνο θα μας μιλούσαν όλα πιστεύω, στέκονταν στην ουρά θυμάμαι, μήπως προλάβουν να μιλήσουν έστω και για πέντε λεπτά για το συναίσθημα τους και την απορία τους, γιατί δεν είναι γνωστές αυτές οι ιστορίες στη Γερμανία. Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα, μαζί με μια μικρή καμπάνα (αντίγραφο της μεγάλης καμπάνας της ειρήνης που θέλουν τα παιδιά να ηχεί στον κόσμο όλο), έφτασαν και τα χειρόγραφα γράμματά τους, ευχαριστώντας και θέλοντας να έρθουν, να δουν ίσως κάποιον άνθρωπο από τον Κακόπετρο, την Κάντανο, τα Ανώγεια, τη Μαλάθυρο, τη Βιάννο, τα Μισσήρια… Τηλεοπτικά κανάλια της Κρήτης προέβαλαν αυτές τις συνεντεύξεις των Γερμανών μαθητών. Είχαν πολύ μεγάλη ανταπόκριση. Πολλά σχόλια. Η γνώση της ιστορίας μας, μας βοηθά να κατανοήσουμε καλύτερα το σήμερα. Οι συζητήσεις της Μάχης της Κρήτης και της Κατοχής πρώτα πρώτα μεταξύ μας, ανθρώπινα, το τρυφερό πλησίασμα στις πληγές των ανθρώπων, στις πολύτιμες μνήμες τους, είναι ένας θησαυρός που αφορά το τώρα, όχι το χθες. Αν το παραβλέψουμε, αν τα αγνοήσουμε, χάνουμε μια εξαιρετική ευκαιρία να βαθύνουμε σαν άνθρωποι. Να γίνουμε πιο ανθρώπινοι, λιγότερο επιθετικοί και ανταγωνιστικοί, να κατανοήσουμε οτι οι άνθρωποι πληρώνουν τον κάθε πόλεμο. Μάνα που έχασε τον άντρα της ή τον γιο της έχει τον ίδιο πόνο, είτε είναι στον Κακόπετρο, στη Νέα Ζηλανδία, στην Αγγλία, είτε στη Γερμανία.
•Χάρη στη δουλειά σου ταξίδεψες σε Νέα Υόρκη και Ιράν. Δηλαδή, σε δύο διαφορετικούς κόσμους μέσα σε έναν μήνα. Μοιραία η σύγκριση. Πώς σου φάνηκε η αντίθεση των δύο αυτών κόσμων και ποιο είναι το πιο μαγευτικό ταξίδι σου;
Ταξίδεψα όντως σε ένα μήνα μέσα, πρώτα στη Νέα Υόρκη και μετά στην Τεχεράνη. Προσκεκλημένη δυο μεγάλων Φεστιβάλ για την προβολή της ταινίας μας. Πήγα δηλαδή στο Μανχάταν, που από τις μουσικές στον δρόμο δεν μπορείς να μιλήσεις στο κινητό, στην Τεχεράνη που όχι απλά δεν επιτρέπονται μουσικές στον δρόμο, αλλά δεν μπορεις να τις ακούσεις ουτε στο κινητό σου (το Υoutube ας πουμε απαγορεύεται). Από τις φωτεινές ταμπέλες στην Times Square στα πολύχρωμα μπαχαρικά των υπαίθριων αγορών της Τεχεράνης. Παρά τις τεράστιες πολιτισμικές διαφορές που έχουν οι δυο προορισμοί, τους ευγενικούς ανθρώπους και στις δυο περιπτώσεις, το Ιράν είχε κάτι που με μαγνήτιζε. Παρόλο που δεν έχουν επαφή με τον έξω κόσμο, καθώς δεν υπάρχει facebook, instagram, δεν μπορείς να επισκεφθείς site εκτός Ιράν, οι γυναίκες ήταν περιποιημένες, με καλύτερο τατουαζαρισμένο φρύδι από τις Ευρωπαίες, να πουλάνε μπαχαρικά στους πάγκους, έχοντας πολλές φορές μια περίεργη γάζα στη μύτη, από την πρόσφατη πλαστική που είχαν κάνει, όπως έμαθα μετά. Μου φάνηκε τόσο πιο ενδιαφέρον από τις επίσης ωραίες Νεουορκέζες που κρυφοκοιτούσα από τα κουρτινάκια στα εστιατόρια, πιθανόν διάσημες μα δεν τις ήξερα, όμως η γυναίκα στον πάγκο με γοήτευε πολύ περισσότερο. Πολλές Ευρωπαίες σκηνοθέτιδες στην Τεχεράνη θύμωναν με την υποχρεωτική μαντήλα, την αυστηρότητα, τους διαφορετικούς τρόπους κοινωνικής συνύπαρξης (δεν απευθύνει ποτέ γυναίκα πρώτη το χέρι για χειραψία, ρούχο μέχρι το γόνατο, καλυμμένα χέρια). Στην Νέα Υόρκη για να είμαι ειλικρινής δεν θυμάμαι καμία σκηνοθέτιδα να παραπονιέται. Ανόμοια ζωή, σκεφτόμουν μα κάπου θα έβρισκα κοινό άξονα. Στη γέφυρα του Μπρούκλιν, ενώ όλη μέρα περπατούσα ανάμεσα στους ουρανοξύστες και ένιωθα 1,40m, εκεί ένιωσα πάλι το ύψος μου, δηλαδή 1,70. Η θέα ήταν σπάνια και μοναδική. Παραδίπλα στη γέφυρα μου έδειξαν ένα μικρό σπίτι που είχε ένα σημάδι στον τοίχο, για να θυμόμαστε που έφτασαν τα νερά από την πλημμύρα του τυφώνα Σάντι το 2012, που έπνιξαν αρκετό κόσμο. Μπροστά στη φύση είμαστε όλοι αδύναμοι, σκέφτηκα. Να ο κοινός άξονας, λέω μέσα μου. Στα δέκα λεπτά περπάτημα συναντώ το μνημείο από τους δίδυμους πύργους με τους χιλιάδες νεκρούς. Επέστρεψα στην προηγούμενη σκέψη, αν μπροστά στη φύση είμαστε αδύναμοι, μπροστά στους ανθρώπους τι είμαστε; Μάλλον δεν έχουμε καμία τύχη.
•Εχεις κάνει και αρκετά χρόνια τηλεόραση. Τι προτιμάς όμως; Τηλεόραση η κινηματογράφο και γιατί;
Μου αρέσουν οι έντιμες δουλειές και οι έντιμοι άνθρωποι. Ταινίες, εκπομπές ή σειρές φτιάχνονται από ανθρώπους. Είτε στη μικρή είτε στη μεγάλη οθόνη. Έχουμε όλοι τους αισθητήρες να νιώσουμε την εντιμότητα μιας ταινίας, γιατί μιλά κατευθείαν στην καρδιά μας. Σε κάποια πράγματα είμαι επιεικής, σε άλλα αυστηρή. Δεν μπορώ να δω κάτι που δεν μου αρέσει. Μπορεί να είναι ερασιτεχνικό και αριστούργημα, μπορεί να είναι διεθνής τεράστια παραγωγή και χωρίς ουσία.