Ο Μανούσος ποιμένας – βοσκός στην ορεινή Κρήτη είχε χρόνια το «κοπάδι» του και ζούσε απ’ αυτό, αλλά και το «κοπάδι» ζούσε απ’ τον Μανούσο.
Προσπαθούσε ο καημένος ο Μανούσος, προσπαθούσαν τα καημένα και τα «ζώα» να κατεβάζουν γάλα, ώστε ο Μανούσος να κάνει διάφορα τυροκομικά προϊόντα για να τα πουλά.
Στο τέλος κάθε χρονιάς έκανε το λογαριασμό, έσοδα-έξοδα για να δει πόσο καλά τα κατάφερνε. Πάντα όμως τα έξοδα υπερέβαιναν τα έσοδα, γιατί οι ζωοτροφές ακρίβαιναν, γιατί τα μεταφορικά για τα προϊόντα γινόταν επίσης ολοένα και πιο ακριβά και διότι οι «έμποροι» και οι «μεσάζοντες» τον εκμεταλλεύονταν ολοένα και περισσότερο.
Ευτυχώς όμως τον Μανούσο κάθε χρόνο λίγο πριν «χρεοκοπήσει» τον «βοηθούσε» η «κτηνοτροφική τράπεζα βουκόλων», χορηγώντας του δάνεια έντοκα για να καλύπτει τα «ελλείμματα» εσόδων- εξόδων. Επειδή με τον καιρό δεν άρμεγε μόνο ο Μανούσος τα αιγοπρόβατα, αλλά και η τράπεζα «άρμεγε» πολύ περισσότερο το Μανούσο, όλοι ήταν ευχαριστημένοι.
Ο Μανούσος γιατί νόμιζε ότι συντηρούσε το κοπάδι, το κοπάδι γιατί έτρωγε τη «δανεισμένη» ζωοτροφή του αμέριμνο, αλλά και η «κτηνοτροφική τράπεζα βουκόλων», γιατί έκανε τοκογλυφία στον έρμο το Μανούσο, που έπρεπε να της χρωστά και χάρη, γιατί χωρίς αυτήν θα χρεοκοπούσε σίγουρα!.
Κάποια στιγμή όμως η «κτηνοτροφική τράπεζα βουκόλων», απαίτησε απ’ το Μανούσο προκειμένου να του ξαναδώσει δάνειο θα έπρεπε εκτός απ’ τους τόκους να την πληρώνει και με αρκετές οκάδες γάλα, αρκετά τυροκομικά προϊόντα, ενώ ταυτόχρονα θα έπρεπε τα έσοδα του Μανούσου να είναι περισσότερα απ’ τα έξοδα κάθε χρόνο. Τι να κάνει κι ο καημένος ο βοσκός- παρίστανε τον νοικοκύρη, τρομάρα του!- άρχισε τις οικονομίες, πλήρωνε συνέχεια τους τόκους, ενώ άρχισε να τρώει ο ίδιος λιγότερο, να μην αγοράζει κρητικά μαχαίρια, στιβάνια και κεφαλομάντιλα.
Η «κτηνοτροφική τράπεζα βουκόλων» όμως του ζητούσε να κάνει ολοένα κι άλλες κι άλλες «θυσίες»! Άρχισε να περιορίζει τις ζωοτροφές στο «κοπάδι» του με αποτέλεσμα τα ζώα ν’ αδυνατίζουν και να μην κάνουν πια πολύ και καλής ποιότητας γάλα. Η «τράπεζα» όμως επέμενε πως θα έπρεπε να τους λιγοστέψει κι άλλο την τροφή, για να κάνει οικονομία ο Μανούσος και να «νοικοκυρέψει» τα οικονομικά του, αφού είχαν σωρευθεί πολλές «υποχρεώσεις» του.
Είδε κι αποείδε κι αυτός και περιόρισε ακόμα περισσότερο τη διατροφή στο κοπάδι του μέχρι που τα ζώα αποστεώθηκαν, χωρίς να μπορούν πλέον να κατεβάσουν ούτε μια στάλα γάλα. Για να ξεπληρώνει όμως ο Μανούσος την «κτηνοτροφική τράπεζα βουκόλων», αφού δεν πουλούσε πια γάλα, άρχισε να «σφάζει» τα δύστυχα ζώα του κοπαδιού. Με τον τρόπο αυτό κι αφού δεν αγόραζε πια «ζωοτροφές» τα «έσοδα» φαίνονταν περισσότερα απ’ τα «έξοδα», ικανοποιώντας το αίτημα της τράπεζας, αλλά τα «ζώα» ένα-ένα ψοφούσαν ή σφάζονταν.
Το «μαρτύριο» του Μανούσου κράτησε μέχρι να σφάξει και να «πουλήσει» και το τελευταίο του ζώο. Έτσι στο τέλος ο Μανούσος ξεχρέωσε μένοντας χωρίς «κοπάδι» όμως, ενώ η «κτηνοτροφική τράπεζα βουκόλων» τα πήρε όλα κι έφυγε για να «χωνέψει» το κοπάδι του Μανούσου, ψάχνοντας για τον επόμενο βουκόλο-θύμα της!!!
Υ.γ. Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα, πράγματα ή καταστάσεις είναι εντελώς συμπτωματική!!!