Σε καμία περίπτωση ο επισκέπτης στην πόλη μας δεν πρέπει να θεωρείται από το μόνιμο κάτοικο ως εισβολέας, αλλά ταυτόχρονα πρέπει και
η καθημερινότητα του πολίτη της πόλης να χαρακτηρίζεται από υψηλό επίπεδο ποιότητας όσο αφορά στη διαβίωσή του.
Με αφορμή την κατάσταση που θα αντιμετωπίσουμε στην πόλη μας σε λίγες μέρες, μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των Πανελληνίων Εξετάσεων, όταν απελπισμένοι γονείς και νεοεισαχθέντες φοιτητές θα ψάχνουν εναγωνίως να βρουν μια στέγη στα Χανιά, θα ήθελα να μοιρασθώ μαζί σας τις παρακάτω σκέψεις /απόψεις / προτάσεις:
H βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων, μέσω πλατφόρμων τύπου Airbnb, μείωσε σε πολύ μεγάλο βαθμό τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης των τελευταίων ετών στον τόπο μας. Παρήχθη εισόδημα – κυρίως για οικογένειες χαμηλής ή μεσαίας εισοδηματικής τάξης, που είναι ιδιοκτήτες ακινήτων – ενώ διοχετεύτηκε πλούτος στο σύνολο σχεδόν της οικονομικής δραστηριότητας. Αναμφίβολα, η βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων είναι και θα παραμείνει ένας βασικός πυλώνας για την οικονομική μας ευημερία.
Το παγκόσμιο τουριστικό προϊόν αυξάνεται με πολύ μεγάλους ρυθμούς ετησίως και εξαιτίας της δυνατότητας που δίνεται σε μεσαία και χαμηλά οικονομικά στρώματα/ πολίτες να ταξιδέψουν στο εξωτερικό για διακοπές πιο οικονομικά μέσω αυτών των πλατφόρμων. Τα Χανιά, λόγω του ότι είναι και θα είναι -θεωρώ και ελπίζω- ένας σημαντικός και αξιόλογος τουριστικός προορισμός θα συνεχίζουν να δέχονται, με αυξανόμενο ρυθμό, επισκέπτες, οι οποίοι δρομολογούν τις διακοπές τους μέσω βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Ενώ λοιπόν από τη μία μεριά έχουμε όλα αυτά τα σημαντικά οφέλη που προανέφερα, από την άλλη δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα σε συμπολίτες μας και επιπλέον ελλοχεύει ο κίνδυνος να αλλοιωθεί η φυσιογνωμία ολόκληρων περιοχών του Δήμου μας, όπως, για παράδειγμα, εκείνη της Παλιάς Πόλης των Χανίων.
Η Πολιτεία, αλλά και η Τοπική Αυτοδιοίκηση, πρέπει να ασχοληθούν με το θέμα, προλαμβάνοντας ακραίες καταστάσεις που έχουν δημιουργηθεί σε άλλους κορυφαίους ευρωπαϊκούς προορισμούς, όπως είναι η Βαρκελώνη. Σε καμία περίπτωση ο επισκέπτης στην πόλη μας δεν πρέπει να θεωρείται από το μόνιμο κάτοικο ως εισβολέας, αλλά ταυτόχρονα πρέπει και η καθημερινότητα του πολίτη της πόλης να χαρακτηρίζεται από υψηλό επίπεδο ποιότητας όσο αφορά στη διαβίωσή του. Είμαι απόλυτα θετικός στην αγορά της βραχυχρόνιας μίσθωσης και πιστεύω πως ένας από τους βασικούς τρόπους για να μειωθούν οι αντιφάσεις και τα προβλήματα που αυτή δημιουργεί είναι αυτός που εξασφαλίζεται μέσα από την ισορροπία της Αγοράς.
Ας καταγράψουμε όμως δύο από τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο Δήμος Χανίων και έχουν να κάνουν με την βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων. Σήμερα, θα αναφερθώ μόνο σε αυτά τα δύο, καταγράφοντας τις προτάσεις μου, ενώ σε επόμενη ευκαιρία θα γίνει αναφορά και στα υπόλοιπα με προτάσεις για ανάλογες παρεμβάσεις.
Τα κυριότερα, κατά τη γνώμη μου, προβλήματα που απορρέουν από τη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων είναι:
α. Μείωση της προσφοράς ενοικίασης σε μόνιμους κατοίκους και φοιτητές. Τεράστια δυσκολία εύρεσης κατοικίας, ενώ η τυχόν εύρεση συνοδεύεται από απαγορευτικά υψηλή τιμή.
β. Η Παλιά Πόλη εγκαταλείπεται από τους μόνιμους κατοίκους της με αποτέλεσμα να χάνει το χαρακτήρα της, γεγονός που αν συνεχιστεί, κάποια στιγμή θα λειτουργήσει αρνητικά ακόμα και στον τουρίστα- επισκέπτη. Το δε χειμώνα τείνει να μετατραπεί σε πόλη – φάντασμα με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Με το πρώτο μεγάλο πρόβλημα, η Πολιτεία δεν έχει ασχοληθεί καθόλου, αλλά είναι δική μας υποχρέωση, αφού εμείς έχουμε το πρόβλημα, να κάνουμε προτάσεις. Οι προτάσεις που είναι απαραίτητο να γίνουν από τους Φορείς των Χανίων πρέπει να κατευθύνουν την Πολιτεία στη μελέτη παρεμβάσεων που έγιναν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπου τουριστικές πόλεις αντιμετώπισαν ανάλογο πρόβλημα. Για παράδειγμα, στην κοντινή μας Ιταλία, υιοθετήθηκε το μοντέλο της διαφοροποίησης της φορολογικής κλίμακας. Δηλαδή, άλλο φορολογικό συντελεστή έχει κάποιος όταν μισθώνει το ακίνητό του βραχυχρόνια, άλλο όταν το παραχωρεί για φοιτητική στέγη και άλλο όταν το μισθώνει μακροχρόνια σε κάποια οικογένεια. Η Αγορά θα ισορροπήσει μεταξύ μακροχρόνιας, μεσαίας ή βραχυχρόνιας μίσθωσης. Ο ιδιοκτήτης ακινήτου, πολύ πιθανόν, έχοντας ως κίνητρο τη διαφοροποίηση του φορολογικού συντελεστή, να προτιμήσει μια μακροχρόνια μίσθωση, παρά να μπει στη διαδικασία να μισθώσει το ακίνητό του βραχυχρόνια, με την όποια ταλαιπωρία συνεπάγεται μια τέτοια επιλογή. Αυτή η πρακτική λειτούργησε θετικά σε πολλές τουριστικές πόλεις της Ιταλίας και βοήθησε οικογένειες και φοιτητές να βρουν σπίτι, κάτι που αρχικά ήταν αρκετά δύσκολο.
Απαραίτητη προϋπόθεση βέβαια για την επιτυχία της συγκεκριμένης πρότασης και για να μην υπάρξει απώλεια εσόδων- αφού μιλάμε για χαμηλότερους συντελεστές φορολόγησης από τους σημερινούς για τους ιδιοκτήτες που μισθώνουν σε οικογένειες και φοιτητές – είναι ο συστηματικός φορολογικός έλεγχος όλης της ιδιοκτησίας που βρίσκεται σε διαδικασία ενοικίασης, κάτι που με τα σημερινά μέσα αποτελεί- κατά την άποψή μου- ένα πολύ εύκολο εγχείρημα. Ο φορολογικός έλεγχος των εισοδημάτων που παράγονται από την εκμίσθωση των ακινήτων με βραχυχρόνια μίσθωση δεν είναι επιβεβλημένος μόνο για την ισορροπία της Αγοράς, καθώς μειώνονται οι τιμές ενοικίασης στα ακίνητα με μεγαλύτερη διάρκεια μίσθωσης, λόγω χαμηλότερου φορολογικού συντελεστή, αλλά και για να μη δημιουργείται άνισος και άδικος ανταγωνισμός μεταξύ αυτών των καταλυμάτων και των οργανωμένων τουριστικών καταλυμάτων (ξενοδοχεία, πανσιόν, rooms for rent, κ.τ.λ.). Οφείλουμε πάντως να αναγνωρίσουμε το γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα γίνονται προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση, οι οποίες όμως πρέπει να ενταθούν για να έχουμε το ορθό αποτέλεσμα.
Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα, η φυσιογνωμία της Παλιάς Πόλης, η οποία πρέπει πάση θυσία να διατηρηθεί και αυτό σε ένα βαθμό μπορεί να επιτευχθεί μόνο στην περίπτωση που οι μόνιμοι κάτοικοί της παραμείνουν σ’ αυτήν. Για να συμβεί κάτι τέτοιο, δηλαδή για να αποφευχθεί η περαιτέρω εγκατάλειψή της και, αν είναι δυνατόν, να αυξηθούν κιόλας οι μόνιμοι κάτοικοί της, εκτός της πιο πάνω παρέμβασης της Πολιτείας που μόλις περιέγραψα, πρέπει ο Δήμος να δώσει ένα επιπλέον κίνητρο. Αυτό που μπορεί να γίνει είναι οι κατοικίες στις οποίες διαμένουν είτε ιδιοκτήτες, είτε ενοικιάζονται για μόνιμη ή φοιτητική κατοικία να υπάγονται σε έναν συντελεστή ανταποδοτικών τελών διαφορετικό από τον ισχύοντα, μειωμένο ακόμα και κατά 80%.
Αυτό το κίνητρο θα δώσει στους ιδιοκτήτες μιας μέσης οικίας 100 τ.μ. οικονομική ενίσχυση της τάξης των 150 € περίπου το χρόνο, που μαζί με τα οικονομικά κίνητρα από την Πολιτεία τα οποία προανέφερα, ενδεχομένως θα οδηγήσουν τον ιδιοκτήτη στην επιλογή είτε να παραμείνει στην Παλιά Πόλη είτε να μισθώσει το ακίνητό του μακροχρόνια. Επειδή κάποιοι θα βιαστούν να μιλήσουν για το «οικονομικό κενό» που θα δημιουργήσει στο Δήμο Χανίων η συγκεκριμένη πρόταση, αυτό θεωρώ ότι είναι το ελάχιστο σε σχέση με το όφελος που θα προσφέρει. Μπορώ να καταθέσω πολλές προτάσεις που να υποδεικνύουν με τρόπο σαφή πώς από τον σημερινό προϋπολογισμό των ανταποδοτικών τελών μπορούν να εξευρεθούν τα χρήματα αυτά.
Η συγκεκριμένη πρόταση με τα δεδομένα τ.μ. δομήσιμης επιφάνειας στην Παλιά Πόλη και της υφιστάμενης ιδιοκτησίας που χρησιμοποιείται από μόνιμους κάτοικους δεν θα κοστίσει σε πρώτη φάση πάνω από 45.000 € ετησίως. Ακόμα και αν προοπτικά διπλασιαστούν οι μόνιμοι κάτοικοι, λόγω των κινήτρων, η οικονομική απώλεια δε θα υπερβεί τις 90.000 € ετησίως, ποσό ασήμαντο σε σχέση με τα 15.000.000 € που εισπράττει ο Δήμος από τα ανταποδοτικά τέλη. Βέβαια μια τέτοιου τύπου απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Χανίων πρέπει να είναι διατυπωμένη με τέτοιο σαφή, λεπτομερειακό και ευκρινή τρόπο έτσι ώστε η υλοποίησή της να μην προσκρούσει στα γρανάζια της γραφειοκρατίας της Διοίκησης.
Οι πιο πάνω προτάσεις/ παρεμβάσεις μου ασφαλώς και δεν λύνουν το πρόβλημα. Στοχεύουν όμως στην υποκίνηση και την απαρχή μιας συζήτησης για το δεδομένο θέμα, που πάση θυσία πρέπει να γίνει. Στόχος μας πρέπει να είναι η αρμονική συνύπαρξη επισκεπτών και μόνιμων κατοίκων στο Δήμο μας, με προκείμενες τόσο τη βελτίωση του τουριστικού μας προϊόντος, όσο και την εξασφάλιση μιας καλύτερης ποιότητας ζωής για τους μόνιμους κατοίκους.