Κυριακή, 15 Δεκεμβρίου, 2024

Wonderfuck – Katharina Volker

Wonderfuck » Katharina Volker (µτφρ. Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη, εκδόσεις Στερέωµα)

Το Στον γιατρό ή το Εβραϊκό πουλί (µτφρ. ∆ηµήτρης Καρακίτσος, εκδόσεις Ποταµός), το πρώτο βιβλίο της γεννηµένης το 1987 στη Γερµανία, Καταρίνα Φόλκµερ, που κυκλοφόρησε στα µέρη µας, γνώρισε µια σχετική εκδοτική επιτυχία µέσα από τον πλέον ασφαλή δρόµο, εκείνον της από στόµα σε στόµα διάδοσης. ∆εν το έχω διαβάσει ακόµα. Από τις εκδόσεις Στερέωµα και σε µετάφραση της Κρυστάλλης Γλυνιαδάκη κυκλοφόρησε πρόσφατα το Wonderfuck µε την ωραία διασκευή του αρχικού εξωφύλλου.

Περίµενα πως θα διαβάσω ένα κουήρ µυθιστόρηµα. ∆εν µπορώ µε ακρίβεια να προσδιορίσω τις αξιώσεις που κάτι τέτοιο µε γέµισε και µε ώθησε τελικά στην ανάγνωση, περισσότερο µια αίσθηση ήταν παρά µια στέρεη πεποίθηση. Όσο η κουήρ λογοτεχνία καταλαµβάνει τον χώρο που της αναλογεί, τόσο οι απαιτήσεις από αυτήν µεγαλώνουν, στην αρχή το διαφορετικό ήταν αρκετό, η κυκλοφορία και µόνο βιβλίων έξω από τον κανόνα του προνοµίου ήταν µια πράξη έως και πολιτική, πλέον όµως κάτι τέτοιο δεν είναι αρκετό. ∆εν αναφέροµαι µόνο στο τεχνικό κοµµάτι, στον συνολικό µηχανισµό υποστήριξης της εκάστοτε ιστορίας, αλλά και στα συστατικά από τα οποία η ίδια η ιστορία αποτελείται, τις διαστάσεις και τα επίπεδα που θα της επιτρέπουν να απλώσει τα κλαδιά της σε µεγαλύτερη επιφάνεια.

Η Φόλκµερ επιστρατεύει έναν παντογνώστη αφηγητή για να µας εξιστορήσει µια µέρα από τη ζωή του Τζίµι, µια εργασιακή µέρα για την ακρίβεια, στο τηλεφωνικό κέντρο υποδοχής παραπόνων από πελάτες ενός ταξιδιωτικού πρακτορείου που για τον έναν ή τον άλλο λόγο, σοβαρό ή γελοίο, δεν νιώθουν ικανοποιηµένοι από το επίπεδο των προσφερόµενων υπηρεσιών, κάτι άλλο πίστευαν πως είχαν πληρώσει. Ο Τζίµι γνωρίζει το προνόµιο του σε σχέση µε τους συναδέλφους από το τµήµα πωλήσεων, εκείνος απλώς δέχεται κλήσεις, δεν ενοχλεί κανέναν επιχειρώντας να πουλήσει φανταχτερά και υπερκοστολογηµένα πακέτα διακοπών. Κάτι είναι και αυτό.
Επαγγέλµατα όπως αυτό της τηλεφωνικής εξυπηρέτησης βρίσκονται στον πυθµένα της εργασιακής πυραµίδας, υπάλληλοι που για τον έναν ή τον άλλον λόγο βρέθηκαν εγκλωβισµένοι σε µια συνθήκη εντατικοποίησης και πρεσαρίσµατος, µε στόχους άπιαστους, να αποτελούν το πρόσωπο της εταιρείας απέναντι στους πελάτες, υποχρεωµένοι να δικαιολογήσουν, να καθησυχάσουν, να απορροφήσουν την οργή και τον θυµό του πελάτη που νιώθει εξαπατηµένος, ο τελευταίος τροχός της άµαξας, το εύκολο θύµα ώστε κάποιος να νιώσει αρκετά δυνατός, για µια φορά και εκείνος στη ζωή του, να καλέσει και να βάλει τις φωνές, να απειλήσει µε το δώσε µου τον προϊστάµενο ή µε µια κακή αξιολόγηση που σίγουρα θα οδηγήσει τον ανεπαρκή υπάλληλο πίσω στον πόλεµο της ανεργίας και της απόγνωσης.

Σε µια εποχή που τα ταξικά όρια διαρκώς διαφανοποιούνται για να εξαφανιστούν κάποια στιγµή οριστικά, ο Τζίµι και οι συνάδελφοί του αιωρούνται κάπου ανάµεσα στα χαµηλά στρώµατα, παρότι οι ίδιοι ίσως και να το αρνούνται, η έλξη του να δηλώνεις µεσαία τάξη είναι άλλωστε τεράστια και γοητευτική, ακόµα και αν, συνήθως, η πεποίθηση αυτή είναι αίολη, ένα κατασκεύασµα οικονοµικοπολιτικό, όπου η φτώχεια είναι η χειρότερη δυνατή ασθένεια, επιπλέον κολλητική.
Η επιλογή της Φόλκµερ να καταπιαστεί µε το εργασιακό ωράριο µιας µέρας του Τζίµι αποδεικνύεται καθοριστική για τη συνολική λειτουργία της κατασκευής. Παρότι δεν απαιτείται ιδιαίτερη οξυδερκής ή πρωτότυπη σκέψη, η εργασιακή πραγµατικότητα που καταλαµβάνει µε τον έναν ή τον άλλο τρόπο το συντριπτικά µεγαλύτερο µέρος της καθηµερινότητας της πλειοψηφίας των ατόµων δεν αποτυπώνεται λογοτεχνικά όσο της αναλογεί. Αυτή η επιλογή είναι που δίνει έναν έντονο και καθοριστικό ρεαλισµό, αλλά και αληθοφάνεια, στην ιστορία του Τζίµι, που µετακόµισε µε τη µητέρα του από την Ιταλία στη Μεγάλη Βρετανία, αφήνοντας πίσω της µια ζωή, κυνηγώντας µια άλλη.
Η αποτύπωση του εργασιακού ζόφου επιτρέπει επιπλέον στον βαρυφορτωµένο µε διάφορα προβλήµατα Τζίµι να αναπνεύσει ως χαρακτήρας, να µην αποδειχτεί υπερβολικός, να µη γεννήσει στον αναγνώστη την αίσθηση πως εκβιάζεται συναισθηµατικά, παγίδα πρόδηλη που ευτυχώς αποφεύγεται. ∆ίπλα του και πάνω του, συνάδελφοι και προϊστάµενοι, παρά τα όποια ψήγµατα προνοµίων, διαβιούν στις ίδιες συνθήκες, από απόσταση δεν µοιάζουν τόσο διαφορετικοί τελικά.

Η παράδοση της ρεαλιστικής λογοτεχνίας, έχοντας περάσει από διάφορες φάσεις και εποχές, εδώ ανανεώνεται, δεν είναι παρωχηµένη, αλλά (δυστυχώς) παρούσα και γνώριµη. Οι παθογένειες του σύγχρονου τρόπου ζωής, ακόµα και για εκείνους που µε τίποτα δεν θα τον άλλαζαν µε µια πρότερη εκδοχή του, είναι χειροπιαστές και συγκεκριµένες. Η συναισθηµατική µοναξιά, το εργασιακό αδιέξοδο, οι οικογενειακές σχέσεις, η υποχρέωση στην προσωπική πλήρωση, βελτίωση και ευτυχία, µεταξύ άλλων, είναι εδώ, βασικά συστατικά της ύπαρξης, της σηµερινής αγωνίας.
Και αν ο αφηγηµατικός χρόνος είναι παροντικός και εντός εργασιακού ωραρίου, η Φόλκµερ µε τρόπο λειτουργικό και σηµαντικά υποστηρικτικό καταφεύγει στις αναλήψεις από το παρελθόν, συµπληρώνοντας τα κοµµάτια του παζλ που το οκτάωρο αδυνατεί να φανερώσει. Αυτό το ανακάτεµα επιτείνει την αίσθηση χάους που κυριαρχεί στο µυθιστόρηµα, αυτή την διαρκώς άβολη συνθήκη, την έλλειψη της όποιας ηρεµίας, του χρόνο για µια ανάσα, για µια ψύχραιµη σκέψη που πιθανώς θα µπορούσε να αποδειχτεί σωτήρια για µια αλλαγή. Ασφυκτικό µα οικείο. Εκεί ρίχνει τη σπορά της η συγγραφέας, εκεί βλασταίνει και ανθίζει η ιστορία αυτή, στην ασφυξία.
Περίµενα πως θα διαβάσω ένα κουήρ µυθιστόρηµα. Και από µια άποψη είναι κουήρ το µυθιστόρηµα αυτό αφού ο Τζίµι είναι γκέι. Αλλά το Wonderfuck δεν εξαντλείται σε αυτό, δεν είναι µόνο αυτό, είναι η αποτύπωση της ζωής µας, ακόµα και αν κάποιοι µε περισσή µα αστήρικτη µάλλον αυτοπεποίθηση σκεφτούν: τι σχέση έχω εγώ µε κάποιον όπως ο Τζίµι; τυφλωµένοι από ένα τυχαίο και µόνο σε σύγκριση µε κάποιον όπως ο Τζίµι προνόµιο. Το Wonderfuck σίγουρα δεν είναι κατάλληλο για αναγνώστες που επιθυµούν να διαβάσουν κάτι όµορφο (γενικά και αόριστα), να ξεφύγουν (από πού και από τι), να ταξιδέψουν (η πιο άθλια περιγραφή αναγνωστικής επιθυµίας), ούτε είναι κατάλληλο για εκείνους που λατρεύουν τη βεβαιότητα και τη γυρεύουν στο (λογοτεχνικό) παρελθόν. Το Wonderfuck είναι ένα µυθιστόρηµα σηµερινό, είναι ο βρώµικος ρεαλισµός παρά το γκλίτερ και το έντονο κραγιόν, είναι ο ροµαντισµός σε µια εποχή αποµάγευσης των πάντων, είναι το τέλος του µήνα που σε βρίσκει χωρίς λεφτά και σε υποχρεώνει να ανέχεσαι πράγµατα και συµπεριφορές που υπό άλλες συνθήκες θα σε είχαν οδηγήσει απλώς στην έξοδο µε το µεσαίο δάκτυλο υψωµένο προς τα πίσω.
Το πρόβληµα του Τζίµι δεν είναι πως είναι γκέι. Το πρόβληµά του είναι πως είναι φτωχός και µόνος, πως ζει ακόµα µε τη µητέρα του και σκέφτεται τον θάνατό της ως σωτηρία, πως έχει µια σκατοδουλειά και διόλου αυτοπεποίθηση πως κάτι τέτοιο δεν του αξίζει, πως κάτι καλύτερο µπορεί να παρουσιαστεί, πως δεν µπορεί καν να φανταστεί το µέλλον του, όχι µε χρώµατα τουλάχιστον.

Το Wonderfuck είναι τόσο ρεαλιστικό και σύγχρονο που οι κραυγές που το συνθέτουν δεν ακούγονται παράφωνες και ψεύτικες, εργαλεία άσκησης συναισθηµατικής χειραγώγησης. Ο Τζίµι είναι αληθινός, τα προβλήµατά του είναι αληθινά, η ζωή του είναι αληθινή, και οικεία, το είπαµε κιόλας αυτό. Η Φόλκµερ ωστόσο δεν καταθέτει απλώς µια σύγχρονη και ρεαλιστική λογοτεχνία χωρίς αξιώσεις λογοτεχνικές, δεν αρκείται στην ιστορία της, στο συναισθηµατικό της εκτόπισµα, στη σχεδόν ντοκουµενταρίστικη αποτύπωση της εκεί έξω συνθήκης. Και είναι η δεξιοτεχνία της, που κυρίως φαίνεται στο πάντρεµα του τώρα µε τις αναλήψεις του χτες, η οξυδερκής µατιά της στον κόσµο γύρω της, η καλή πρόζα, που, µεταξύ άλλων, γεννούν στον αναγνώστη αυτό το αντιστικτικό συναίσθηµα πως διαβάζει για κάτι τροµακτικό λόγω του ρεαλισµού που του κόβει την ανάσα και τον ωθεί να αποστρέψει το βλέµµα και όµως, ταυτόχρονα, διαβάζει κάτι όµορφα και καλά γραµµένο που τον έλκει και τον «υποχρεώνει» να συνεχίσει.
Πρόσφατα διάβασα τα δύο βιβλία του Ντ. Χάντερ (Chav & Αθλητικά ρούχα ψυχικά τραύµατα προδότες της τάξης µας). Αν εκείνος µας µιλάει για τους αόρατους, η Φόλκµερ, έστω και χωρίς το αυτοµυθοπλαστικό όχηµα, µας µιλάει για ορατούς αόρατους, που το προνόµιο τους ελάχιστη ισχύ έχει.
Πέρα από κάθε προσδοκία υπήρξε η ανάγνωση αυτή. Σύντοµα θα επιδιώξω να διαβάσω και το Στον γιατρό ή το Εβραϊκό πουλί.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Ειδήσεις

Χρήσιμα