Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Ξενικά είδη στη Μεσόγειο – Οι Λεσσεψιανοί μετανάστες

Ξενικά είδη, είναι τα είδη που “εισέρχονται” και εξαπλώνονται σε περιοχές εκτός της συνηθισμένης κατανομής τους. Η Μεσόγειος θεωρείται ένα από τα “hotspots” των θαλάσσιων “βιο-εισβολών”, με συνεχώς αυξανόμενο ρυθμό εισαγωγής νέων ειδών. Σχεδόν 1000 θαλάσσια είδη έχουν ήδη “εισβάλλει” στη Μεσόγειο, περιλαμβάνοντας είδη της Ερυθράς Θάλασσας, του Εύξεινου Πόντου και του Ατλαντικού.

3

Τα τελευταία 20 χρόνια, αυξήθηκε διεθνώς η προσοχή στα ξενικά είδη και στις επιπτώσεις τους στην βιοποικιλότητα, λόγω της μεγάλης αύξησης των εισβολών και της εξάπλωσης ξενικών ειδών κυρίως στην Α. Μεσόγειο. Παρά την πρόοδο στην παρακολούθηση/καταγραφή των ξενικών ειδών και την τεκμηρίωση πολλών περιπτώσεων κυριαρχίας ξενικών ειδών και υποβάθμισης της τοπικής αυτόχθονης βιοποικιλότητας, παραμένει περιορισμένη η κατανόηση των εσωτερικών σχέσεων μεταξύ αυτόχθονων και ξενικών ειδών. Η ραγδαία αύξηση των ξενικών ειδών στην Α. Μεσόγειο, οφείλεται κυρίως στους “Λεσσεψιανούς μετανάστες”, δηλ. σε θαλάσσια είδη που εισέβαλαν στη Μεσόγειο διά μέσου του Καναλιού του Σουέζ, το οποίο διανοίχθηκε από τον Γάλλο μηχανικό Φερντινάν Λεσσέψ το 1869, για να συνδέσει ακτοπλοϊκά τη Μεσόγειο με την Ερυθρά θάλασσα. Αρχικά, οι “Πικρές Λίμνες”, δηλ. ξηρές κοιλάδες με αλμυρό υπόστρωμα που ενσωματώθηκαν στο Κανάλι του Σουέζ, εμπόδιζαν τη διέλευση θαλάσσιων ειδών λόγω υψηλής αλατότητας του νερού σε αυτό το σημείο. Ωστόσο, το αλάτι του βυθού μετά από 60 χρόνια διαλύθηκε και βαθμιαία η αλατότητα των Πικρών Λιμνών εξομοιώθηκε με αυτήν της Ερυθράς Θάλασσας.

ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΕΙΣΒΟΛΙΚΟΥ ΕΙΔΟΥΣ ΛΕΟΝΤΑΡΟΨΑΡΟ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ

Επίσης, η κατασκευή του Μεγάλου Φράγματος του Ασσουάν στον Νείλο την δεκαετία του 1960-70, μείωσε τραγικά την εκβολή γλυκού νερού, πλούσιου σε θρεπτικά, από τον Νείλο στην Α. Μεσόγειο, αυξάνοντας την αλατότητα των ύδάτινων μαζών της, δημιουργώντας παρόμοιες συνθήκες με αυτές της Ερυθράς Θάλασσας, επιφέροντας αλλαγές στα οικοσυστήματα της περιοχής. Η άνοδος της θερμοκρασίας των νερών της Μεσογείου έχει συμβάλει, επίσης, στην εξάπλωση των λεσσεψιανών ειδών, τα οποία είναι κυρίως θερμόφιλα είδη. Η κύρια οδός μετανάστευσης ξενικών ειδών στην Α. Μεσόγειο, είναι το ρηχό Κανάλι του Σουέζ. Αυτό εξηγεί την κυριαρχία ειδών της παράκτιας ζώνης ανάμεσα στα λεσσεψιανά είδη.
Ο αυξανόμενος ρυθμός λεσσεψιανής μετανάστευσης τις τελευταίες δεκαετίες έχει τόσο οικολογικές, όσο και οικονομικο-κοινωνικές επιπτώσεις, καθώς η παράκτια ζώνη, έχει μεγάλη σημασία για πολλά είδη ψαριών τα οποία χρησιμοποιούν θώκους των ρηχών νερών σε διάφορες φάσεις του κύκλου ζωής τους (π.χ. αναπαραγωγή, ανάπτυξη νεαρών ιχθυδίων).

ΕΙΣΒΟΛΙΚΑ ΕΙΔΗ

ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΕΙΣΒΟΛΙΚΟΥ ΕΙΔΟΥΣ ΛΕΟΝΤΑΡΟΨΑΡΟ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ
Ανάμεσα στα ξενικά είδη υπάρχουν κάποια με μεγάλη εξάπλωση που προκαλούν ισχυρές επιπτώσεις στο περιβάλλον και στον άνθρωπο: τα εισβολικά είδη. Τα εισβολικά είδη έχουν συνήθως γρήγορη ανάπτυξη/αναπαραγωγή, μεγάλη ικανότητα εξάπλωσης, φαινοτυπική πλαστικότητα, που τους δίνει τη δυνατότητα προσαρμογής στις επικρατούσες συνθήκες στο νέο περιβάλλον εξάπλωσης, ανοχή σε ευρεία γκάμα περιβαλλοντικών συνθηκών, ιδιότητα που ευνοεί τον οικολογικό ανταγωνισμό των εισβολικών ειδών με γηγενή αλλά ακόμα και με άλλα ξενικά είδη, αλλά και δυνατότητα κατανάλωσης μεγάλης γκάμας τροφών (generalists). Μερικά από τα “χειρότερα” εισβολικά είδη ψαριών στη Μεσόγειο είναι ο λαγοκέφαλος (Lagocephalus sceleratus) και το λεοντόψαρο (είδη του γένους Pterois).

Λαγοκέφαλοι που αλιεύτηκαν από ψαρά στην Κίσσαμο. Το δεύτερο είδος το κιτρινωπό είναι orquigener flavimaculosus και αυτό λεσσεψιανό
Λαγοκέφαλοι που αλιεύτηκαν από ψαρά στην Κίσσαμο. Το δεύτερο είδος το κιτρινωπό είναι orquigener flavimaculosus και αυτό λεσσεψιανό

Ο λαγοκέφαλος καταγράφηκε για πρώτη φορά στη Μεσόγειο το 2003 στην Τουρκία, δεύτερη φορά αναφέρθηκε στην Κρήτη το 2005 και έκτοτε εξαπλώθηκε ασυνήθιστα γρήγορα σχεδόν σε όλη τη Μεσόγειο. Ωστόσο στην Α. Μεσόγειο -και στην Κρήτη- έχει εγκαταστήσει μεγάλους πληθυσμούς και -εκτός των επιπτώσεών του σε γηγενή είδη που ανταγωνίζεται- προκαλεί ζημιές στα αλιευτικά εργαλεία και στα αλιεύματα. Περιέχει στους ιστούς του ισχυρή νευροπαραλυτική τοξίνη επικίνδυνη για τη ζωή, όταν το ψάρι καταναλωθεί από τον άνθρωπο.

Το λεοντόψαρο αναφέρθηκε πρώτη φορά στις μεσογειακές ακτές του Ισραήλ το 1992 και έχει ήδη επεκταθεί στην Α. Μεσόγειο. Στην Κρήτη καταγράφηκε πρώτη φορά το 2016 και έκτοτε πιάνεται συχνά σε αλιευτικά εργαλεία. Η εισαγωγή του στη Μεσόγειο έγινε πιθανότατα μέσω του Καναλιού του Σουέζ (είδος της Ερυθράς θάλασσας/ Ινδικού Ωκεανού). Είναι είδος χωροκατακτητικό. Οπου έχει εμφανιστεί, σαν εισβολικό είδος, εκτοπίζει άλλα είδη, είτε καταβροχθίζοντάς τα, είτε ανταγωνιζόμενο με αυτά. Ανήκει στην ίδια οικογένεια με τις σκορπίνες, είναι βρώσιμο, αλλά έχει δηλητηριώδη αγκάθια στα πτερύγιά του.
Στις ελληνικές θάλασσες λεσσεψιανά είδη εμφανίζονται με μεγάλη συχνότητα στο Ν. Αιγαίο και κυρίως στα νότια Δωδεκάννησα και την Κρήτη. Οι επιπτώσεις τους στην αλιεία έχουν προς το παρόν τοπικό χαρακτήρα.
Ανάμεσα στα λεσσεψιανά είδη αλιευμάτων υπάρχουν βρώσιμα, εν δυνάμει “εμπορικά είδη”, ωστόσο στις περισσότερες περιπτώσεις απορρίπτονται, καθώς δεν είναι αναγνωρίσιμα από τους καταναλωτές.
Σύμφωνα με προηγούμενες μελέτες αλλά και αδημοσίευτα στοιχεία, η Κρήτη αναδεικνύεται σε “hot spot” για τη λεσσεψιανή μετανάστευση. Πολλά λεσσεψιανά είδη πιάνονται στα αλιευτικά εργαλεία της παράκτιας αλιείας του νησιού.
Η συνύπαρξη κρίσιμης μάζας ειδικευμένου ερευνητικού δυναμικού, επαγγελματικής αλιείας και αλιευτικών φορέων που συνεργάζονται μεταξύ τους, είναι ιδανική για την μελέτη του φαινομένου. Το 2015, είχαν βρεθεί 11 ξενικά είδη, τα οποία πιάνονταν με σχετική συχνότητα στα παράκτια αλιευτικά εργαλεία της Κρήτης. Πρόσφατα δεδομένα (2018) από προγράμματα παρακολούθησης της αλιείας, δείχνουν ότι ο αριθμός των ξενικών ειδών που πιάνονται στην αλιεία της Κρήτης έχει αυξηθεί σε 23, ενώ αυξάνεται συνεχώς η συχνότητα εμφάνισής τους στις αλιευτικές εξορμήσεις. Ετσι, ενώ το 2014 λεσσεψιανά είδη πιάνονταν στο 30% των αλιευτικών εξορμήσεων (ταξιδιών) όλων των αλιευτικών εργαλείων της Κρήτης, σήμερα πιάνονται στο 57% των αλιευτικών εξορμήσεων (άνοδος κατά ~50% σε 3 χρόνια). Το 2013 σε μελέτη που πραγματοποιήσαμε σε συνεργασία με τα περιφερειακά τμήματα αλιείας, εξετάσαμε την εξάπλωση του είδους στην Κρήτη και βρήκαμε οτι οι δείκτες αφθονίας του αυξάνονταν μετά το 2008. Σύμφωνα με τα μοντέλα αύξησης των πληθυσμών, θεωρήσαμε οτι το είδος είχε περάσει την πρώτη φάση εγκατάστασής του και προβλέψαμε οτι ο πληθυσμός του θα αυξανόταν με έντονους ρυθμούς τα προσεχή χρόνια. Πράγματι, σήμερα το είδος L. sceleratus είναι εξαιρετικά άφθονο γύρω από την Κρήτη με αποτέλεσμα να προξενεί σοβαρές ζημιές στα αλιευτικά εργαλεία και τα αλιεύματα, αναγκάζοντας τους ψαράδες να αλλάζουν αλιευτική τακτική. Η μελέτη του αναπαραγωγικού προτύπου στην περιοχή της Κρήτης δείχνει οτι υπάρχουν αναπαραγωγικά πεδία του είδους στα νερά γύρω από την Κρήτη με εντονότερη αναπαραγωγική δραστηριότητα μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου. Το λεοντόψαρο επίσης εξαπλώνεται με γρήγορους ρυθμούς στις θάλασσες της Κρήτης και σύντομα θα αποτελέσει μεγάλο πρόβλημα για τα γηγενή είδη και την αλιεία του νησιού.

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ
Τα αποτελέσματα των ερευνητικών εργασιών στην παράκτια αλιεία της Κρήτης, δείχνουν ότι τα λεσσεψιανά είδη αποτελούν πλέον μέρος του αλιεύματος των παράκτιων αλιευτικών εργαλείων στην περιοχή και σε κάποιες περιπτώσεις αποτελούν μεγάλο ποσοστό του αλιεύματος. Ιδιαίτερα στη Ν. Κρήτη, μεγάλο μέρος του αλιεύματος των παραγαδιών αποτελείται από λεσσεψιανά είδη, κυρίως L. sceleratus. H παρακολούθηση της εξάπλωσής τους στο θαλάσσιο περιβάλλον και των επιπτώσεών τους στην αλιεία και στην βιοποικιλότητα είναι σημαντική, τόσο για την ίδια την αλιευτική παραγωγή του νησιού, όσο και για την καλή ποιότητα των θαλασσών, όπως ορίζεται από την ευρωπαϊκή οδηγία για την θαλάσσια στρατηγική. Έχουμε προτείνει τη δημιουργία παρατηρητηρίου παρακολούθησης των ξενικών ειδών στην αλιεία της Κρήτης, με την δημιουργία ηλεκτρονικής πλατφόρμας, η οποία θα λειτουργεί με τη συμμετοχή των Περιφερειακών Τμημάτων Αλιείας, του ΙΘΑΒΙΠΕΥ/ΕΛΚΕΘΕ και των αλιέων. Η λειτουργία της ηλεκτρονικής πλατφόρμας θα επιτρέπει την on-line καταγραφή αλιευτικών δεδομένων για τα ξενικά είδη, με σκοπό την παρακολούθηση των πληθυσμών και την ανίχνευση των ενδιαιτημάτων τους, ώστε να είναι δυνατή η άμεση λήψη αποτελεσματικών διαχειριστικών μέτρων σε τοπικό επίπεδο, ή η εμπορική αξιοποίηση των ξενικών ειδών.
Η αλιευτική διαχείριση παρουσιάζει ιδιομορφίες και πρέπει να γίνεται σε ευρύτερη γεωγραφική κλίμακα. Το κλείσιμο της αλιείας σε επιμέρους μικρές περιοχές μπορεί να δημιουργεί προβλήματα από τη μετατόπιση της αλιευτικής πίεσης σε κοντινές περιοχές, με αποτέλεσμα την αύξηση της αλιευτικής πίεσης σε αυτές. Επίσης η εμπειρία από άλλες περιοχές της Α. Μεσογείου δείχνει οτι σε προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές τα εισβολικά είδη αυξήθηκαν περισσότερο, σε σχέση με τις περιοχές που επιτρεπόταν η αλιεία. Για την αλιευτική διαχείριση στις θαλάσσιες περιοχές NATURA είναι απαραίτητη η συμβολή ειδικών επιστημόνων σε θέματα αλιευτικής διαχείρισης.
Αρμόδιοι επιστημονικοί φορείς της Κρήτης, όπως το ΙΘΑΒΙΠΕΥ και το ΙΘΑΒΙΥΚ/ΕΛΚΕΘΕ και το Πανεπιστήμιο Κρήτης, σε συνεργασία με τα Περιφερειακά Τμήματα Αλιείας και τους αλιείς, έχουμε επεξεργαστεί συγκεκριμένες καινοτόμες προτάσεις για την μελέτη και αντιμετώπιση των εισβολικών ειδών, τις οποίες έχουμε υποβάλλει για έγκριση, τόσο στην Περιφέρεια Κρήτης όσο και στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα για την Αλιεία (ΕΠΑΛΘ) του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, χωρίς ωστόσο ακόμα να υπάρξει χρηματοδότησή τους.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα