Ιστορικά, η ανάγκη του ανθρώπου να αναπαριστά τις τοπογραφικές ιδιομορφίες μιας συγκεκριμένης – ορισμένης ζώνης, πάνω σε μία επιφάνεια (επίπεδη ή σφαιρική), αναπτύσσεται, από τις πρώτες προσπάθειες μετακίνησης του σε άγνωστους τόπους. Η αναπαράσταση κρίθηκε απαραίτητη, τόσο για τις σύνηθες διαδρομές του ανθρώπου όσο και για την οριοθέτηση μιας περιοχής, συνήθως καλλιεργούμενης ή ενός τμήματος γης χρησιμοποιούμενο για βοσκή.
Σήμερα, αναζητώντας τα αρχαιότερα χαρτογραφικά στοιχεία, εντύπωση προκαλούν οι απεικονίσεις επάνω σε πήλινες πλάκες, χρονολογούμενες στο 2.300 π.Χ. Οι πλάκες αναπαριστούν πόλεις της Μεσοποταμίας, όπως τα Σούσα και τη Βαβυλώνα ή διάφορες μικρές γεωργικές περιοχές. Όμοιες αναπαραστάσεις βρίσκουμε και στην Αρχαία Αίγυπτο, στην Κίνα και πιο πρόσφατα στην Αμερική, στις περιοχές των Αζτέκων και των Ίνκας επάνω σε πέτρες ή βράχους, αλλά και τον Ινδιάνων επάνω σε δέρματα ελαφιού. Οι ερευνητές μελετώντας τον τρόπο χάραξης στους χάρτες, τόσο της Αιγύπτου όσο και της Μεσοποταμίας, αποφάνθηκαν ότι οι 2 λαοί ήδη μελετούσαν το σχήμα και τις διαστάσεις της Γης από το 2.300 π.Χ. Από την Αρχαία Αίγυπτο δεν έχει διασωθεί κάποιος πραγματικός χάρτης, είναι όμως γνωστό ότι οι Αιγύπτιοι πριν από το 3000 π.Χ. κατασκεύαζαν «χάρτες», ώστε να μπορούν να βρίσκουν τα κτήματά τους, κάθε φορά που τα σημάδια τους παρασύρονταν από τις περιοδικές πλημμύρες του Νείλου.
Περί τον 6ο αιώνα π.Χ ο Αναξίμανδρος ο Μιλήσιος (611 π.Χ. – 547 π.Χ., Αρχαίος Έλληνας Φυσικός και Φιλόσοφος), φιλοτέχνησε έναν από τους πρώτους τοπογραφικούς χάρτες. Ο ίδιος υποστήριξε ότι η γη είναι κυλινδρική, με πλάτος τριπλάσιο από το μήκος της, βρίσκεται στο κέντρο του σύμπαντος απέχοντας ίσα, από όλα τα σημεία της ενώ οι άνθρωποι κατοικούν στην επάνω επιφάνειά της. Μεταγενέστερη προσπάθεια χαρτογράφησης όλης της ξηράς της Γης, πραγματοποιήθηκε και από τον Ερατοσθένη τον Κυρηνάιο (276-196 π.Χ Αρχαίος Έλληνας Μαθηματικός, Γεωγράφος ,Αστρονόμος, Γεωδαίτης, Μουσικός, Ποιητής, Ιστορικός, Φιλόλογος και Συγγραφέας) και μάλιστα με σχετική ακρίβεια καθώς ήταν ο πρώτος που υποστήριξε την περιστροφή της Γης σε συχνότητα 24 ωρών. Στις μετέπειτα Ρωμαϊκές μελέτες χαρτογράφησης της Γης, οι ερευνητές αφήνοντας στο παρελθόν τις ως άνω μελέτες κοσμογραφίας στηρίχθηκαν εξ ολοκλήρου στις άμεσες αναπαραστάσεις του εδάφους. Ο μόνος διατηρηθείς χάρτης του Ρωμαϊκού είδους είναι ο χάρτης του Πόιτινγκερ, ή Πευτιγγεριανός Πίνακας (Tabula Peutingeriana), ο οποίος μάλιστα αποτελεί αντίγραφο του πρωτότυπου χάρτη (περίπου του 4ου αιώνα μ.Χ.), ενώ έχει ενταχθεί στο αρχείο του προγράμματος “Μνήμη του Κόσμου” της UNESCO. Ο Χάρτης είναι χρωματικά σχεδιασμένος με το μήκος του να αγγίζει τα 6 μέτρα και το πλάτος του τα 34 εκ. Σε αυτόν παρουσιάζονται περιοχές της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αλλά και οδικές αποστάσεις της επικράτειας ξεκινώντας από τα νησιά της Μεγάλης Βρετανίας και φτάνοντας μέχρι την Ινδία, την Σρι Λάνκα, τον Ινδικό Ωκεανό και την αυτοκρατορία της Κίνας.
Ακολούθησε ο γεωγραφικός, αυτή τη φορά χάρτης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Μάρκου Βιψάνιου Αγρίππα, ο λεγόμενος “Forma Imperii”, ο οποίος συντάχθηκε την εποχή του Οκταβιανού Αύγουστου.
Σημαντική πρόοδος στη χαρτογραφία παρουσιάστηκε λίγο αργότερα κατά το ήμισυ του 2ου αιώνα μ.Χ. όταν ο Μαρίνος ο Τύριος (70-130 μ.Χ. Έλληνας ή Εξελληνισμένος Γεωγράφος και Μαθηματικός), υπολόγισε για πρώτη φορά το πλάτος και το μήκος διαφόρων τόπων με βάση τις μοίρες και όχι τις ευθύγραμμες αποστάσεις. Πάντως το σημαντικότερο συλλογικό έργο στη δημιουργία των χαρτών, θεωρείται αυτό του Κλαύδιου Πτολεμαίου (90-168 μ.Χ. Ελληνο-Ρωμαίος Μαθηματικός, Αστρονόμος, Γεωγράφος, Αστρολόγος και Ποιητής), ο οποίος σχεδίασε πληθώρα αξιόλογων χαρτών παρόλο του ότι αργότερα κρίθηκαν απαρχαιωμένοι και ακατάλληλοι για τις ανάγκες των ναυτικών και των γεωγράφων του 15ου αιώνα.
Σε αρχαιολογικό επίπεδο, τα ευρήματα χαρτογραφίας είναι κυρίως χονδροειδείς κοσμογραφικές – σχηματικές συνθέσεις. Κατά τα τέλη του 18ου αιώνα όμως, στην περιοχή της Μεσογείου εμφανίζονται οι πρώτοι ναυτικοί χάρτες, που εντυπωσιάζουν με την ακρίβεια στα περιγράμματα των ακτών, αν και σε κάποιες περιπτώσεις παρουσιάζουν ιδιομορφίες. Πρώτος χρονολογικά χάρτης του είδους είναι η “Carta Pisana η οποία κατασκευάστηκε περί τα τέλη του 13ου αιώνα. Εντοπίστηκε στην περιοχή της Πίζας (Ιταλία), από όπου προέρχεται και το όνομα της και καλύπτει ολόκληρη τη Μεσόγειο, τη Μαύρη Θάλασσα και μέρος του Ατλαντικού. Κυρίως όμως αφορά το κομμάτι της Μεσογείου. Στον χάρτη ο Βορράς εμφαίνεται στην κορυφή, σε αντίθεση με τους χάρτες την ίδιας περιόδου όπως ο “Hereford Mappa Mundi” όπου στην κορυφή, βρίσκεται η Ανατολή.
Τα ιστορικά δεδομένα από χρονολογική σκοπιά, έλαβαν νέες διαστάσεις με την ανακάλυψη περί το 1810, στο Σιππάρ (πόλη η οποία βρίσκεται περίπου 96 χλμ βόρεια της Βαβυλώνας) του Νότιου Ιράκ, μίας πήλινης πλάκας που αναπαριστά τον χάρτη του κόσμου. Ο Βαβυλωνιακός χάρτης χρονολογήθηκε στο 600 π.Χ και αποτελεί τον Αρχαιότερο του Κόσμου. Πρόκειται για έναν σχετικά μικρό κυκλικό χάρτη, με δύο εξώτερους ορισμένους κύκλους (οι οποίοι αντιπροσωπεύουν το νερό), διαστάσεων 122 επί 82 χιλιοστών του μέτρου. Η πόλη της Βαβυλώνας βρίσκεται στο κέντρο της πήλινης πλάκας, ενώ υπάρχουν 7 μικροί εσωτερικοί κύκλοι περιμετρικά και εντός του κύκλου, όπου θεωρείται ότι αναπαριστούν ισάριθμες πόλεις. Εξωτερικά του κύκλου υπάρχουν 7 επίσης τριγωνικές επιφάνειες οι οποίες αντιπροσωπεύουν άγνωστα νησιά ενώ μυθολογικά εικάζεται ότι αναπαριστούν μια μυθολογική ερμηνεία του κόσμου. Σήμερα, ο Χάρτης εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο. (Kerrigan, The Ancients in Their Own Words, Babylonian Map of the World)
Πήγες:
Kerrigan, The Ancients in Their Own Words, Babylonian Map of the World / Jerry Brotton, History of the World in 12 Maps / Journal Article : “The Tabula Peutingeriana: Its Roadmap to Borderland Settlements in Iudaea-Palestina by Ron E. Tappy