“Ζητείται άνθρωπος με φωτεινή ψυχή,
να φαίνεται απ’ των ματιών τα παραθύρια
να ‘χει στα στήθια του καρδιά χρυσή
και όχι κάλπικη με φο – μπιζού στολίδια…”
Αυτόν τον άνθρωπο ψάχνει στο νέο του βιβλίο ο φίλος Γιάννης Πολυράκης. Και αυτό το υπέροχο ποίημα του χρησιμοποιεί σαν πρόλογο! Αυτό δείχνει και το καταπληκτικό και επιτυχημένο σκίτσο του Χρήστου Πετράκη, που χρησιμοποιεί για εξώφυλλο στο βιβλίο του. Με το φανάρι, ο αρχαίος Διογένης, ψάχνει άνθρωπο μέσα στην σύγχρονη κοινωνία. Ισως μάταια θα έλεγα!
Οι αξίες που οι παλιοί μας πίστευαν και εφάρμοζαν, σήμερα δεν υπάρχουν. Που να βρείς λοιπόν, σήμερα άνθρωπους σαν τον πρόγονο σαν τον παπά Πολύρη ή τον πατέρα σου. Και γώ, που να βρώ σαν τον πατέρα μου, τον Γιάννη τον Τσαγγάρη, που τον χαρακτήριζε η υπέρμετρη εντιμότητα και ειλικρίνεια!
Ψάχνει, λοιπόν, ο Γ.Π. και στα 62 υπέροχα διηγήματα του, που απαρτίζουν το νέο του βιβλίο, να βρεί ανθρωπιά, ειλικρίνεια, εντιμότητα, φιλότιμο.
Ψάχνει τον άνθρωπο που να έχει αυτός τα χαρακτηριστικά. Οχι βέβαια με το φανάρι, μα με την δυνατή του πένα, και τα συμπεράσματα που βγάζει ο αναγνώστης…
Από τα πέντε κεφάλαια και τα 62 διηγήματα, επέλεξα μερικά. Οχι πως και τα υπόλοιπα δεν είναι άξια παρουσίασης, και λόγω χώρου!
Ξεχώρισα λοιπόν από το β’ κεφάλαιο το “Ζητείται άνθρωπος”. Εάν ο Γ.Π. ψάχνει με την βοήθεια του Διογένη, που περνοδιαβαίνει τα σοκάκια της αρχαίας Αθήνας. Γελούσαν και τον κοροϊδευαν όπου περνούσε. Ομως, αυτός “έψαχνε βλέπετε ο Πιθαρόβιος σοφός τον άνθρωπο να ενσαρκώνει το “ανω θ……….. ον”.
Μας βεβαιώνει πως στην σημερινή κοινωνία, ο Διογένης, κι αν δεν είναι επίκαιρος.
“Που να συναντήσεις άραγε τον άνθρωπο.
“Στον χώρο επιστήμης
– Στον μεγάλο χώρο της Δημοκρατίας
– Στο Ιερατείο;
– Στον αυστηρό χώρος της θεσμιδος
– Στον χώρο των οπαδών του Μαμωνά;”.
Απαριθμεί κι άλλες κατηγορίες της σημερινής κοινωνίας. Σε όλους, και με αδιάσσιστα επιχειρήματα, ο άνθρωπος που ψάχνει, δεν υπάρχει.
Στο τέλος, όμως, κάποιο πράσινο φωτάκι άναψε και κάποιος φάνηκε στο βάθος του τούνελ. Δεν ήταν άλλος “τον γνώρισε. Ηταν ο Ιησούς”, που του παραπονέθηκε πως οι άνθρωποι: “Καθημερινά με ανεβάζετε στο Γολγοθά”.
Μια πραγματική ιστορία μου είχε διηγηθεί σε ανύποπτο χρόνο που την έκανε ένα από τα διηγήματα του βιβλίου, με τίτλο “Η Μάνα”.
Είναι μια μάνα της οποίας ο γιος την μαχαίρωσε, και ο ίδιος, από τύψεις, αυτοπυροβολήθηκε. Η μάνα έκρυψε τις τεράστιες και βαθειές πληγές και ενώ πονούσε φρικτά, το έκρυβε και έκλαιγε γοερά τον γιο της, που νόμιζε πως ήταν ετοιμοθάνατος, ενώ στην ίδια κατάσταση ήταν και η ίδια.
Τελικά, πήγαν στο νοσοκομείο. Εκεί ανακάλυψαν και τα τραύματα της μάνας, που παραλίγο να ήταν μοιραία για αυτήν.
Τελειώνοντας δεν μπορώ να μην γράψω για την “εξώδιο ακολουθία του”.
Γιάννη, αυτό το κείμενο με συγκλόνισε! Λες, πράγματι να συμβαίνουν όπως τα περιγράφεις;
Δεν πιστεύω να έζησες κάποια τέτοια κατάσταση! Είσαι τόσο μα τόσο πειστικός στην περιγραφή!
Εδώ θα μου επιτρέψεις να σου πώ. Πιστεύω πως ο παππούς σου ο παπά – Πολύρης πρέπει να έβαλε το Αγιο χέρι του”,
Είχα ακούσει πως ήταν ένας σοφός και βαθιά φιλοσοφημένος ιερέας και πρέπει να έχεις κάτι από το DNA του!
Αμέσως μετά από μια δύσκολη εγχείρηση ανοικτής καρδιάς. “Ετούτο που βιώνω είναι θάνατος; Μα άραγε, γιατί δεν νιώθω φόβο; Ούτε καν λύπη που φεύγω, ίσως για πάντα… Νιώθω αγαλλίαση”.
Και παρακάτω περιγράφει την συνάντηση με αλλες αέρινες σκιές, που ήσαν η μανα του, ο πατέρας του, και ο αδελφός του.
Τους πήρε μία άλλη σκιά – αγγέλη και τους πήγε να δουν την εξώδιο ακολουθία του.
Εκεί σε μια γωνιά, πλαισιωμένος από τις άλλες σκιές, είχε μπορέσει να δει, μα και να διαβάσει, την σκέψη την απόκρυφη και την καρδιά, τον λογισμό όλων εκείνων”.
Εκεί κατάλαβε ποιοί τον αγαπούσαν και ποιοί στους επικήδειους: “λόγια… λόγια μα καθώς διάβαζε τα ενδόμυχα τους έβλεπε φαρισαίους!”.
Το τέλος του κειμένου το περίμενα διαφορετικό να τελειώνει στην εκκλησία. Ομως, μας φύλαγε μια έκπληξη.
Τελικά, ο συνοδός Αγγελος του εξήγησε πως “κανονικά θα έπρεπε να μείνουμε στο σπίτι σου τρεις μέρες”. Μετά του είπε, θα πηγαίναμε σε μέρη που έζησες για 40 μέρες, και ύστερα θα επεστρέφαμε πάλι στο σπίτι σου, για έναν τελευταίο αποχαιρετισμό, και θα έφευγες, και θα τους πρόσμενες στην τέταρτη διάσταση.
Ομως… τελικά “Ανοιξε τα μάτια… και γύρω του φως γήινο, γνωστό. Μας κοψοχόλιασες! Ακουσε από το γιατρό προφανώς.
Ενας σεβάσμιος πνευματικός του εξήγησε:
“Παιδί μου είσαι ενορατικός άνθρωπος, κι έφτασες να δεις ακόμα και την εκφορά σου. Μα δεν ήρθε ακόμα η ώρα σου. Εκείνο που του προκάλεσε όμως μεγάλο θυμό ήταν η Απουσία του ανθρώπου από το πλήθος που προσέτρεξε στην εξόδιο ακολουθία του!
* sifipetraki@hotmail.com
Ασιγωνιώτης λαογράφος