Σε συνθήκες φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού ζουν πάνω από ένας στους τρεις κατοίκους στην Ελλάδα και κατά μέσο όρο ένας στους τέσσερις στην Ε.Ε., σύμφωνα με τα στοιχεία του 2015, που έδωσε χθες στη δημοσιότητα η Eurostat. Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα, το 2015 βρισκόταν αντιμέτωπο με τον κίνδυνο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού το 35,7% του πληθυσμού (3,8 εκατ. άνθρωποι), έναντι 28,1% το 2008. Στην Ε.Ε., το αντίστοιχο ποσοστό επανήλθε το 2015 στα επίπεδα του 2008, δηλαδή στο 23,7% (118,8 εκατ. άνθρωποι).
Σύμφωνα με την Eurostat, ένας άνθρωπος βρίσκεται σε κατάσταση φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού όταν αντιμετωπίζει μία ή περισσότερες από τις παρακάτω προβληματικές καταστάσεις: Είτε θεωρείται φτωχός (δηλαδή έχει εισοδήματα μικρότερα του 60% του μέσου εθνικού εισοδήματος) είτε ζει σε κατάσταση ένδειας (δηλαδή στερείται βασικά καταναλωτικά αγαθά ή αδυνατεί να αντεπεξέλθει σε στοιχειώδεις οικονομικές υποχρεώσεις) είτε ζει σε οικογένεια αντιμέτωπη με τον κίνδυνο της ανεργίας (δηλαδή σε οικογένεια που κανένα μέλος της δεν έχει «κανονική δουλειά»).
Ως προς την Ελλαδα, σε συνθήκες φτώχειας βρίσκεται το 21,4% του πληθυσμού, σε συνθήκες ένδειας το 22,2%, ενώ ζει σε οικογένεια αντιμέτωπη με τον κίνδυνο της ανεργίας το 16,8% του πληθυσμού. Τα αντίστοιχα μέσα ποσοστά στην Ε.Ε. είναι 17,3%, 8,1% και 10,5%. Γενικότερα, σε χειρότερη κατάσταση από την Ελλάδα, αναφορικά με το ποσοστό του πληθυσμού που θεωρείται ότι βρίσκεται σε κατάσταση φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, είναι η Βουλγαρία (41,3%) και η Ρουμανία (37,3). Στον αντίποδα (με ποσοστά μικρότερα του 20%) βρίσκονται η Τσεχία (14%), η Σουηδία (16%), η Ολλανδία και η Φινλανδία (16,8%), η Δανία και η Γαλλία (17,7%). Περικοπές δαπανών από τα νοικοκυριά Την ίδια ώρα, μείωση της δαπάνης των νοικοκυριών σε είδη παντοπωλείου λόγω της οικονομικής κρίσης, αλλά αύξησή της ως ποσοστό των συνολικών αγορών, διαπιστώνει έρευνα του Ινστιτούτου Ερευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ). Οπως επισημαίνει το ΙΕΛΚΑ, τα αποτελέσματα της έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών της ΕΛ.ΣΤΑΤ. για το 2015 που ανακοινώθηκαν πρόσφατα και έρχονται να προστεθούν στα ευρήματα παρόμοιων ερευνών του ΙΕΛΚΑ σκιαγραφούν την παρούσα κατάσταση σε σχέση με την κατανάλωση τροφίμων στην Ελλάδα.
Συνολικά η μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών σε ήδη παντοπωλείου έχει μειωθεί την τελευταία επταετία 2009-2015 λόγω της οικονομικής κρίσης κατά 16,3%, ενώ συγκεκριμένα η δαπάνη σε τρόφιμα κατά 12,5%. Το 2009 το μέσο νοικοκυριό δαπανούσε μηνιαία σε είδη παντοπωλείου 444 ευρώ ενώ το 2015 δαπάνησε 371 ευρώ, δηλαδή 73 ευρώ λιγότερο. Συνολικά οι δαπάνες παντοπωλείου, διατροφής και εστίασης (δηλαδή οι δαπάνες που σχετίζονται με τη διατροφή) μειώθηκαν κατά 23,4% την πενταετία 2009-2015. Με εξαίρεση το 2010, οπότε και η δαπάνη σε είδη παντοπωλείου των νοικοκυριών παρουσίασε για τελευταία φορά αύξηση, κάθε χρόνο έκτοτε εμφανίζεται μείωση που κυμαίνεται από 0,6% έως και 6,3%. Όμως ενώ η δαπάνη των νοικοκυριών σε είδη παντοπωλείου σε αξία μειώθηκε, η δαπάνη ως ποσοστό επί των συνολικών αγορών των νοικοκυριών αυξήθηκε.
Το 2010 η δαπάνη σε είδη παντοπωλείου αντιστοιχούσε στο 21,5% των αγορών του μέσου νοικοκυριού, ενώ το 2015 αντιστοιχούσε στο 26,2%, αυξήθηκε δηλαδή κατά 4,7%. Πρακτικά δηλαδή, ενώ η δαπάνη σε είδη παντοπωλείου μειώθηκε, οι υπόλοιπες δαπάνες (π.χ. είδη ένδυσης, είδη επίπλωσης, υπηρεσίες) μειώθηκαν με ακόμα μεγαλύτερο ρυθμό. Η εξέλιξη αυτή είναι αναμενόμενη καθώς τα περισσότερα από τα προϊόντα παντοπωλείου και ειδικά τα είδη διατροφής εξυπηρετούν βασικές ανάγκες του καταναλωτή και κατά συνέπεια πιο δύσκολο να περικοπούν σε περιόδους οικονομικής κρίσης.
Ένα μεγάλο μέρος της μείωσης της δαπάνης που παρατηρείται αντιστοιχεί στην αξιοποίηση από τον καταναλωτή προσφορών και εκπτώσεων. Ένα άλλο σημαντικό μέρος αντιστοιχεί σε μεταβολή καταναλωτικών συνηθειών προς φθηνότερες εναλλακτικές προϊόντων (π.χ. κοτόπουλο αντί για μοσχάρι), σε μικρότερες συσκευασίες και αξιοποίηση προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας. Συγκεκριμένα σε σχέση με τις προσφορές: – Οι 9 στους 10 καταναλωτές εξοικονομούν χρήματα μέσω προσφορών και 7 στους 10 τουλάχιστον 5% της αξίας των αγορών τους.
Η μεσοσταθμική εξοικονόμηση είναι 11,2%, η οποία δεν αποκλίνει από τις μετρήσεις που έχει πραγματοποίηση το ΙΕΛΚΑ για την πραγματική εξοικονόμηση του καταναλωτή από τις αξιοποίηση προσφορών και εκπτώσεων. Πρακτικά, η μηνιαία συνολική αξία των προσφορών αντιστοιχεί κατά μέσο όρο σε όφελος πάνω από 25 ευρώ μηνιαία ανά νοικοκυριό και 300 ευρώ ετησίως.
Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτό το όφελος είναι πολύ σημαντικότερο από το αντίστοιχο όφελος του 2010 εξαιτίας τόσο της μείωσης της δαπάνης στων νοικοκυριών σε είδη παντοπωλείου όσο και της αύξησης τόσο του ποσοστού των πωλήσεων που πραγματοποιείται μέσω προσφορών, όσο και της αύξησης της μέσης έκπτωσης ανά προσφορά. Το 2010 η μέση μηνιαία δαπάνη στο σούπερ μάρκετ υπολογίζεται σε 250 ευρώ, με το 32% των αγορών να αφορούν προϊόντα σε έκπτωση ή προωθητική ενέργεια και το μέσο όφελος στα 15 ευρώ.
Το 2015 η μέση δαπάνη εκτιμάται σε 220 ευρώ, με το 42% των αγορών να αφορούν προϊόντα σε έκπτωση ή προωθητική ενέργεια και το μέσο όφελος στα 25 ευρώ. Όσον αφορά το 2016, η εκτίμηση είναι ότι θα παρατηρηθεί νέα σχετική μείωση στη δαπάνη ειδών παντοπωλείου, αλλά μικρότερης από αυτή του 2015. Αυτή είναι και η εκτίμηση των στελεχών της αγοράς όπως αποτυπώνεται στην πρόσφατη έρευνα τάσεων στελεχών λιανεμπορίου του ΙΕΛΚΑ του Σεπτεμβρίου 2016.
Συγκεκριμένα: – Συγκριτικά με το προηγούμενο έτος τα στελέχη σε ποσοστό 66%, δηλαδή 2 στους 3, να εκτιμούν ότι οι πωλήσεις το διάστημα Σεπτεμβρίου – Δεκεμβρίου 2016 θα είναι μειωμένες σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2015. – Μεσοσταθμικά τα στελέχη δηλώνουν στην έρευνα ότι περιμένουν οι πωλήσεις (χωρίς Φ.Π.Α.) στα σούπερ μάρκετ το 2016 να μειωθεί κατά 2,4% και επομένως η δαπάνη των νοικοκυριών κατά περίπου 1,9%.
Mε πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ