Nέους τρόπους θέασης αλλά και αντιμετώπισης της έννοιας του μνημείου, ως ένα πεδίο μηνυμάτων που άλλοτε παραπέμπουν στο παρελθόν κι άλλοτε στο παρόν, αναζήτησαν και βρήκαν οι φοιτητές αρχιτεκτονικής που συμμετείχαν στο 12ο Θερινό Εργαστήριο Αρχιτεκτονικής το οποίο ολοκληρώθηκε πριν από λίγες ημέρες στο Κέντρο Αρχιτεκτονικής της Μεσογείου (Κ.Α.Μ.). Βλέποντας την πόλη των Χανίων ως “άγραφο χαρτί”, οι νεαροί αρχιτέκτονες εμπνεύστηκαν και σχεδίασαν μια σειρά από “νέα μνημεία”, δίνοντας ζωή στη σχέση λόγου και αρχιτεκτονικής και προσφέροντας ορισμένες εξαιρετικές προτάσεις που σήμερα παρουσιάζουν οι “διαδρομές”.
Για τη θεματική του φετινού Θερινού Εργαστηρίου μάς μίλησε ο αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Αριστείδης Αντονάς, ο οποίος μαζί με τους Κώστα Μανωλίδη, Κέλε Μαρκέτι, Δημήτρη Τσακαλάκη, Ρόμπιν Σούλντενφράι, Σταύρο Βεργόπουλο, Άντριαν Λαχούντ, Παναγιώτα Πύλα κ.ά. έδωσαν τις βασικές κατευθύνσεις στους σπουδαστές αρχιτεκτονικής προκειμένου να διερευνήσουν το νέο αυτό πεδίο στο οποίο κλήθηκαν να εργαστούν.
«Οι συνθήκες με τις οποίες αναπτύσσεται η αρχιτεκτονική στην πόλη και κυρίως στον δημόσιο χώρο, αλλά και ο τρόπος που περιμένουν οι κάτοικοι που κινούνται στην πόλη να αναλάβουν δραστηριότητες μέσα σε αυτή, μοιάζει να κατευθύνονται από το πρόταγμα των πράσινων χώρων ή την ελάφρυνση από τα οχήματα κ.λπ.. Σκεφτήκαμε λοιπόν ότι αυτό μοιάζει με ένα βουβό μήνυμα που επαναλαμβάνει κάτι τετριμμένο χωρίς να αφήνει στην αρχιτεκτονική έναν χώρο που της ανήκει παραδοσιακά και που ήταν η διατύπωση με κτίσματα ή με αρχιτεκτονικές διαμορφώσεις καταστάσεων του λόγου», σημείωσε ο κ. Αντονάς και πρόσθεσε ότι η αρχιτεκτονική παραδοσιακά είχε την ιδιότητα να λειτουργεί ως ενδιάμεσος φορέας μηνυμάτων μέσα στον δημόσιο χώρο.
«Συγχρόνως λάβαμε υπόψη μας ότι έχουν αρχίσει να εμφανίζονται όλο και πιο δυναμικά κάποιες νέες τεχνολογίες επαυξημένης πραγματικότητας οι οποίες δεν έχουν ακόμα λάβει θέση στον χώρο της πόλης, αλλά συζητιούνται όλο και περισσότερο. Κι ως επαυξημένη πραγματικότητα εννοούμε τον τρόπο με τον οποίο συνευρίσκονται το εμπειρικά αισθητό περιβάλλον της πόλης και η ψηφιακή πληροφορία που μπορεί να ακουμπήσει και να εμφανιστεί πάνω σε αυτό ως ένα είδος τρισδιάστατης απεικόνισης», τόνισε ο κ. Αντονάς και εξήγησε ότι στο πλαίσιο αυτό οι φοιτητές σχεδίασαν “νέα μνημεία” που άλλοτε θέλουν να θυμίσουν στον θεατή ένα συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός, άλλοτε να δώσουν ψηφιακό περιεχόμενο και “λόγο” που μπορούν να εναλλάσσονται πάνω σε μια αισθητή επιφάνεια, κι άλλοτε να φωτίσουν μια εν δυνάμει δυνατότητα ανάδειξης σε μνημειακό στοιχείο καταστάσεων που περνούν σχεδόν απαρατήρητα μέσα στην καθημερινότητα της πόλης.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως οι προτάσεις των φοιτητών που συμμετείχαν στο Θερινό Εργαστήριο Αρχιτεκτονικής, αποκαλύπτουν τα Χανιά.
Πρόσκαιρο μνημείο
Σχεδίαση: Kreiner Troy
Η ψηλή ατσάλινη πύλη που κλίνει προς ένα πέτρινο τοίχο είναι μια προσπάθεια να νομιμοποιήσει τις ξεπερασμένες δομές στα Χανιά, όπως την αγορά των πλανόδιων επιχειρήσεων.
Το εργατικό δυναμικό στα Χανιά κρατά την πόλη ζωντανή -λειτουργούσα καθόλη τη διάρκεια του χρόνου, φτιάχνοντας στοίβες από κιβώτια, τοποθετώντας ρινίσματα μετάλλου ή στοίβες με πέτρες. Γενικά αυτές οι καθημερινές εικόνες δεν αναγνωρίζονται. Ως συλλογική προσπάθεια αυτό το πρόσκαιρο μνημείο υποστηρίζει τα θεμέλια της πόλης.
Σκάλα ειδήσεων
Σχεδίαση: Καπρούλια Χάιδω
Το Staircase News Monument είναι μια προσθήκη ειδησεογραφικού υλικού με τη χρήση ψηφιακών εφαρμογών, στη σκάλα της οδού Αγ. Μάρκου δίπλα στο Κ.Α.Μ. στο Μεγάλο Αρσενάλι Χανίων. Αυτό που το συγκεκριμένο project προσπαθεί να αναδείξει, είναι πως το καθημερινό γεγονός – είδηση μπορεί να αποκτήσει μνημειακό χαρακτήρα. Κάθε γεγονός, τοπικό ή παγκόσμιο, αφήνει ένα αποτύπωμα στον χρόνο και αποτελεί αμέσως μετά τη διεξαγωγή του μία ανάμνηση. Μέσω αυτής της παρέμβασης, το περιβάλλον της πόλης παραλαμβάνει το ίχνος αυτής της ανάμνησης.
ViewCube
Ομάδα σχεδίασης: Καπαδουκάκη Ευαγγελία, Σούμας Μιχάλης
To ViewCube είναι μια πρόταση για ένα νέο μνημείο που δεν έχει αυτοαναφορικό χαρακτήρα αλλά εξαρτάται από τα ήδη υπάρχοντα μνημεία. Αποτελεί μία κατασκευή η οποία προσφέρει μία σειρά νέων οπτικών θέασης προς αυτά. Με σκοπό λοιπόν να κατασκευαστούν πολλές αποσπασματικές θεάσεις προς το Παλιό Λιμάνι των Χανίων, που θα προσφέρουν μια εκ νέου αναγνώρισή του ως ιστορικό σύνολο, το ViewCube, ένας κύβος με χάλκινο περίβλημα, τοποθετείται απέναντί του, πάνω στον λιμενοβραχίονα. Με τη τοποθέτηση αυτή που διαταράσσει την γραμμική πορεία, επιχειρείται ταυτόχρονα η αντίστιξη με τον Φάρο που βρίσκεται στο τέλος του λιμενοβραχύονα, τον οποίο “κοιτάει” η πόλη.
Ενα φωτεινό “τίποτα”
Ομάδα σχεδίασης: Fehse Eva-Maria, Unger Lilli
Τι είναι τα μνημεία; Είναι σύμβολα. Μια στιγμή παγωμένη στον χρόνο και εκπεφρασμένη μέσα από ένα υλικό, το κτίσιμο της αγωνίας και της προσδοκίας. Τα μνημεία τρέφονται από την πίστη μας στο σημαντικό. Τη σημαντικότητα από τον τόπο, τον χρόνο και το μήνυμα. Αυτό που επισημαίνει το μνημείο Arenam Lapis είναι μια χαρακτηριστική στιγμή μέσα στον χρόνο και αυτή δεν είναι ξέχωρη από τον τόπο. Είναι αυτό το φωτεινό “τίποτα” το οποίο μπορεί να γίνει αισθητό με τα μέσα και τις μεθόδους που χρησιμοποιούν τα ιστορικά μνημεία.
Αϋλο σφαγείο
Ομάδα σχεδίασης: Ελευθεριάδου Ιουλία, Ζήρας Στέφανος, Κυρούδη Αρχοντία
Η περιοχή μελέτης βρίσκεται στα όρια του παραλιακού μετώπου, όπου βρισκόταν το παλιό σφαγείο που γκρεμίστηκε τη δεκαετία του 1980. Σήμερα, στο σημείο αυτό υπάρχουν πλέον τα ερείπια του κτίσματος και των υπαίθριων εγκαταστάσεων.
Η σφαγή των ζώων γινόταν εγκλωβίζοντάς τα μέσα σε γραμμικές διαδρομές. Οι διαδρομές αυτές ήταν υπαίθριες και οριοθετούνταν με πεζούλια, τα οποία διέθεταν οπές προκειμένου να επιτρέπουν την είσοδο του νερού. Σήμερα τα ερείπια αυτά μέσα στη θάλασσα χρησιμοποιούνται από λουόμενους και από όσους ψαρεύουν στην περιοχή.
Η πρότασή μας αφορά στο σχεδιασμό εγκατάστασης φωτισμού, ο οποίος επηρεάζεται από ένα τεχνητό σύστημα που μεταβάλει τα επίπεδα της υγρασίας στον χώρο που ορίζουν τα ερείπια του σφαγείου. Ανάλογα με τη μεταβολή αυτή προκαλείται ένα κατευθυνόμενα μεταβαλλόμενο φωτεινό σύννεφο. Η εγκατάσταση περιλαμβάνει γραμμικά οριζόντια και κατακόρυφα φώτα. Τα φωτιστικά θα είναι μικρής διατομής και ελάχιστων μοιρών διάχυσης, αλλά ταυτόχρονα μεγάλης ισχύος, ώστε να δίνουν το αποτέλεσμα μιας φωτεινής γραμμής. Αυτά που προκαλούν τον κατακόρυφο φωτισμό είναι αδιάβροχα και τοποθετούνται χωνευτά στις πέτρες μέσα στη θάλασσα, ενώ αυτά που προκαλούν τον οριζόντιο τοποθετούνται σε κατακόρυφους στύλους στη στεριά. Την πρόταση ολοκληρώνει μια διαδρομή από ξύλο που ενώνει το άβατο κομμάτι του υπερυψωμένου διαδρόμου που χρησιμοποιούν σήμερα οι ψαράδες, ώστε να διευκολύνεται η πρόσβαση και η κίνηση μέσα στην εγκατάσταση.
Πρόθεσή μας είναι μέσα από μια άυλη δομή, που μνημονεύει τη δραματικότητα της σφαγής του ζώου, να δημιουργηθούν νέες μνήμες για την τοποθεσία.
Προτείνοντας μια εγκατάσταση, όπου η απουσία ορατού υλικού αναδεικνύει τα υπάρχοντα στοιχεία του χώρου μέσα από μία μεταβαλλόμενη οπτική διαδικασία, επιχειρούμε μια αναθεώρηση της έννοιας του μνημείου και κατ? επέκταση της διαδικασίας της θύμησης.
Μνήμες από το “Ταναΐς”
Σχεδίαση: Μαρακάκης Εμμανουήλ
Το Artificial Shipwreck πρόκειται για ένα μνημείο για το ναυάγιο του φορτηγού πλοίου “Tanais” που επιβιβάστηκαν οι 250 Κρητικοί και οι 350 Εβραίοι στις 7/6/1944 με προορισμό τα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, αλλά με σκοπό την βύθιση του από τους ίδιους του Γερμανούς. Ο σχεδιασμός του έγινε ως παρέμβαση στο υπάρχον εγκαταλελειμμένο κτήριο που βρίσκεται στην ακτή Κανάρη.
Η επιλογή του συγκεκριμένου κτηρίου γίνεται μετά από παρατήρηση της θέσης και της αρχιτεκτονικής του, εφόσον η σχέση του με τη θάλασσα αλλά και ο τρόπος της μετάβασης του επισκέπτη σε αυτό δημιουργούν την αίσθηση της απομόνωσης και ότι γίνεται ένα με αυτό.
Κύριος προβληματισμός του σχεδιασμού υπήρξε πώς μέσω της αρχιτεκτονικής, της βιωματικής εμπειρίας του χώρου και των στοιχείων και υλικών που υπάρχουν σ? αυτόν, μπορεί να συνταχθεί μια αφήγηση του ιστορικού συμβάντος για τον επισκέπτη. Αλλά και πώς αυτό μπορεί να συμβεί με την παρέμβαση σε ένα υπάρχον κτήριο σεβόμενοι τα κύρια χαρακτηριστικά του αλλά και το στίγμα του χρόνου πάνω σ? αυτό.
Επαναφέροντας ίχνη του παρελθόντος
Σχεδίαση: Πανέτα Μαρία
Η παρέμβασή μου επικεντρώνεται στην έκταση πίσω από το Γιαλί Τζαμί, μια περιοχή όπου επικρατεί ένα αστικό κενό. Αυτό το κενό, ένα πέρασμα και ένας ενδιάμεσος χώρος περιλαμβάνει: ένα παλιό κτήριο από την Οθωμανική περίοδο, βυζαντινά ερείπια και τη μνήμη ενός κτηρίου από την εποχή του ελληνικού μοντερνισμού που είχε σχεδιαστεί στη δεκαετία του ?60 από τον Καραντίνο και κατεδαφίστηκε πριν από δύο χρόνια.
Τοποθετώ το μνημείο μου στην πόλη εργαζόμενη σαν αρχαιολόγος. Προσπαθώ να αποκαλύψω ή να επαναφέρω τα ίχνη του παρελθόντος. Ετσι η πρώτη κίνηση είναι να “ξεφλουδίστεί” το δάπεδο μπροστά από το βυζαντινό τείχος έτσι ώστε να αποκαλυφθεί το έδαφος κάτω από αυτό.
Στη συνέχεια ένα μέρος από το παλιό κτήριο του μοντερνισμού ανακατασκευάζεται ως ερείπιο, δίνοντας ένα στέρεο πλέγμα στην πόλη. Και τέλος ένας τεράστιος καθρέπτης τοποθετείται στη θάλασσα. Αυτός δίνει την εικόνα της πόλης πίσω στον εαυτό της ως ένα μνημείο στο σήμερα.
Παρατηρητήριο αναμνήσεων
Ομάδα σχεδίασης: Λαγουδάκη Βασιλική-Νεφέλη, Λαουρέισεν Αντώνης, Πανουτσοπούλου Βασιλική
Η ιστορία ξεκινά κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο που βομβαρδίστηκε η παλιά πόλη των Χανίων. Ο βομβαρδισμός και ο χρόνος άφησαν πίσω τα ανεξίτηλα σημάδια τους, καθώς χάραξαν τον κάναβο της παλιάς πόλης μια για πάντα. Αυτά τα αστικά ίχνη ανάμεσα στα δαιδαλώδη σοκάκια της παλιάς πόλης δεν έχει γίνει προσπάθεια να αναδειχθούν μέχρι και σήμερα. Για μας, αυτά τα μνημεία θα αποτελέσουν τον καμβά για την ανάδειξη των νέων μνημείων της πόλης των Χανίων.
Η μαγική και πολύχρωμη ατμόσφαιρα της παλιάς πόλης έχει ταυτόχρονα κάποια στοιχεία υπερβολικού κορεσμού λόγω των επισκεπτών και των επιχειρήσεων που αυτή προσελκύει. Η καθημερινότητα της παλιάς πόλης αλλάζει και η πολυπληθυσμικότητα γίνεται πλέον κομμάτι της. Μετά από μια σύντομη βόλτα στα σοκάκια διαπιστώσαμε μια ανάγκη φυγής από το κάποιες φορές ασφυκτικά κορεσμένο περιβάλλον. Με το λιμάνι ως μόνη διέξοδο, αποφασίσαμε να εφεύρουμε έναν νέο τρόπο φυγής.
Τα χαλάσματα-μνημεία που σήμερα είναι είτε ερειπωμένα είτε έχουν καταληφθεί από επιχειρήσεις θα αποτελέσουν τη βασική αυτή διέξοδο σε ένα ανοιχτό περιβάλλον, για μια ανάσα. Από τα θεμέλια της εκάστοτε βομβαρδισμένης οικίας αναδύεται λοιπόν ένα νέο μνημείο. Προτείνουμε μία νέα μνημειακή προσθήκη στην κορυφογραμμή της παλιάς πόλης, με πρότυπο τα κατακόρυφα τοπόσημα της (φάρος, μιναρές, καμπαναριό) που δυστυχώς δεν είναι επισκέψιμα. Με την προσθήκη ενός παρατηρητηρίου, μιας ξύλινης κατασκευής σε αρμονία με τα υπάρχοντα μνημεία τονίζουμε τον χαρακτήρα και την ιστορία τους προσφέροντας μια λειτουργία η οποία λείπει από την παλιά πόλη.
Αυτό το περιοδικά εφήμερο παρατηρητήριο θα ταξιδεύει στον χρόνο από μνημείο σε μνημείο, συμπληρώνοντας τον χαρακτήρα και την εικόνα της παλιάς πόλης. Κάθε μνημείο – χάλασμα θα έχει την τιμητική του και με το παρατηρητήριο ως σταθερό παράγοντα, κάθε μνημείο – θεμέλιο θα επισκεφθεί και θα ανακαλέσει μνήμες από την παλιά του αίγλη.
Στα όρια της Μίνωος
Ομάδα σχεδίασης: Αργυροπούλου Αθηνά, Βλαχάκη Ιωάννα, Βογιατζάκη Δήμητρα, Οικονομάκη Ελίνα, Τριανταφυλλίδης Θεόκλητος
Στη μελέτη αυτή θα περιηγηθούμε στα όρια της παλιάς πόλης των Χανίων και θα γλιστρήσουμε στον παράδρομο της οδού Μίνωος. Η κοινότητα που αναπτύσσεται πίσω από τις ανοικτές πόρτες και τα κόκκινα φώτα, αποτελεί τον τόπο που τα Χανιά παραχωρούν στο λόγο και την πόλη, για την έκφραση του σεξ τους.
Σήμερα αυτό που νομιμοποιείται μέσω του αποκλεισμού του, έρχεται να υπάρξει, να οριοθετηθεί μέσω της υλικότητας ενός τοίχου από τσιμεντόλιθους που το διακρίνει από τα νοικοκυριά, του αποδίδει διακριτή χωρική ταυτότητα και το καθιστά ιδανικό υποδοχέα της μνήμης που φέρουν πάνω τους τα σώματα των παραδοσιακά καινούργιων κοριτσιών.
Καθώς οι οίκοι ανοχής μετατρέπονται σε studio με ροζ νέον, και οι τραβεστί/τρανσέξουαλ εκδιδόμενες εκδιώκονται από τον οίκο τους για πολλοστή φορά στο σαρκοβόρο πεζοδρόμιο, η εντροπική μνημειακότητα της Ντάμπιας αποτελεί ένα άτυπο μνημείο αυτού που η πόλη δε θέλει να θυμάται. Στεκόμαστε στο όριο του τοίχου που ξάφνου γιγαντώνεται, αφού υποδέχεται, ενσωματώνει, σωματοποιεί, υποκειμενοποιεί όλη την ενέργεια αυτού του τόπου. Ο μύθος της Ντάμπιας χωρά και περιστρέφεται μέσα στο θεωρητικό περιτείχισμα των σπιτιών.
Η σκέψη μας περιστρέφεται με ταχύτητα στο όριο μεταξύ σπιτιών και κανονικών σπιτιών, γλύφει την πολεοδομική γραμμή, ανεβαίνει και κατεβαίνει στις κεραμοσκεπές των χαλασμάτων, ρίχνει ένοχες ματιές στο εσωτερικό τους, αποφεύγοντας να πληρώσει το αντίτιμο.
Ενας οιονεί διάδρομος μας καθοδηγεί στον φαύλο κύκλο της ανεκπλήρωτης επιθυμίας, να διαλέξουμε πλευρά στο σύνορο της λογικής, να γίνουμε από ίστορες τελεστές, να απονεκρώσουμε και να μνημειοποιήσουμε τη ζωή.
Φεύγουμε κρατώντας ως μνήμειο μια μονάχα αποκάλυψη αυτού που κρύβεται στην ηχώ της σκέψης, αυτού που γλιστρά τεχνηέντως στα αποσιωπητικά του λόγου και του αστικού ιστού.
Ξεχασμένα συμβάντα έρχονται στην επιφάνεια
Ομάδα σχεδίασης: Χριστοδουλάκη Ελίνα, Παπαδημητρίου Αικατερίνη
Στο ανατολικό άκρο του τείχους των Χανίων η τάφρος προεκτείνεται προς την θάλασσα. Στο σημείο συνάντησης με το νερό οργανώνεται κεκλιμένη επιφάνεια από μπετόν, παρόμοια με τις γλίστρες που χρησιμοποιούνται για το τράβηγμα των πλοίων έξω από το νερό. Η κεκλιμένη επιφάνεια οργανώνεται σαν μνημειακό πλάτωμα της πόλης προς την θάλασσα. Πάνω της βρίσκουμε χαραγμένο ένα κείμενο που μαυρίζει, εμφανίζεται και γίνεται αναγνώσιμο μόνον εφόσον βρέχεται από την θάλασσα. Το μνημείο αποτελεί έργο αρχιτεκτονικής τοπίου ενώ αποκαθιστά το πολεοδομικό πρόβλημα της τάφρου. Προσφέρει έναν νέο κενό αστικό χώρο χρήσιμο μόνον τις ήσυχες μέρες. Το κείμενο κάνει αναφορά σε ξεχασμένα ιστορικά συμβάντα της πόλης.
Το υπό – μνημείο
Ομάδα σχεδίασης: Κάλφα Φωφώ, Πάλλης Παναγιώτης,
Σιδέρογλου Στέφανος, Τσερανίδου Ρωξάνη
Το μνημείο αποτελεί πράξη γραφής στον αστικό ιστό της πόλης των Χανίων και συμβολίζει τα “τραύματα” και τον πόνο του τόπου.
Ετσι προτείνεται μια κατασκευή υπόσκαφη και ως “τόπος” σχεδιασμού του νέου μνημείου επιλέγεται ο αδόμητος πλέον χώρος δίπλα από το χαμάμ στην Ακτή Τομπάζη.
Το γεγονός ότι αυτός ο χώρος είναι εγκαταλελειμμένος καθώς και το ότι περιέχει θραύσματα του παλιού τελωνείου του Καραντινού που κατεδαφίστηκε το 2011, τον καθίστα περισσότερο φιλόξενο και οικειοποιήσιμο από άλλους δημόσιους χώρους. Περπατώντας στο παρόν, ένα “κενό” που περιέχει αρχαία ευρήματα και διατηρεί τα ίχνη του προϋπάρχοντος κτηρίου, δίνει το ερέθισμα για ένα γρήγορο, νοερό ταξίδι στο παρελθόν, που ζωντανεύει αναμνήσεις. Ο χώρος αποκόπτεται ενίοτε και συμμετέχει στη ροή του δημόσιου βίου, φιλοξενώντας ποικίλες εφήμερες λειτουργίες, (παζάρια, υπαίθριες εκθέσεις, πανηγύρια κ.λπ.).
Σκοπός του project είναι η παρέμβαση αυτή να αποτελεί ένα σχόλιο στην τραυματική επίδραση της πολεμικής περιόδου της περιοχής τόσο στην ιστορία αλλά και αρχιτεκτονική της πόλης όσο και στη συνείδηση των κατοίκων της. Κατά την αναμονή, της “αποκάλυψης” του καινούριου, ο χώρος χάνει την ιστορική και μορφολογική του συνέχεια. Εχοντας αυτήν την αρχή, δημιουργούμε έναν υπόσκαφο χώρο, ως συμβολισμό του “τραύματος”. Το ενδιαφέρον είναι ότι εκείνο που είναι αόρατο, είναι μυστηριώδες και το αίσθημα του αβέβαιου και του υπόγειου, προσδίδει μυστήριο στο οπτικά προφανές.
Η κατασκευή παρουσιάζει κρυμμένα στοιχεία στο βάθος της, καθώς, στο πέρας της βρίσκεται το όριο του θαλασσινού νερού, το οποίο λόγω του μεγάλου βάθους δεν αποκαλύπτεται. Το κατακόρυφο κενό φέρει ίχνη που εμπλουτίζουν τη διαδικασία της κατάβασης και ενδυναμώνει την ταυτότητα του μνημείου. Πρόκειται για μία
κάθοδο που αποτελείται από ένα ακανόνιστο σύστημα επίπεδων – δακτυλίων που μεταβάλλονται ως προς τον κατακόρυφο άξονα σε πρώτη φάση με κωνική μορφή αλλά και στον οριζόντιο άξονα με μικρές μετατοπίσεις σε κάθε επόμενο layer. Μέσα από αυτή τη διαδρομή όσο αυξάνεται το βάθος εντείνεται και η συναισθηματική φόρτιση του επισκέπτη λόγω της μετάβασής του σε ένα περιβάλλον ολοένα λιγότερο φιλόξενο, φωτεινό και ζεστό.
Ο πεπερασμένος αριθμός των δακτυλίων, που δημιουργεί την ίδια τη δομή του, αποτελεί ταυτόχρονα και το στοιχείο της κατακόρυφης επικοινωνίας. Η διάμετρος των επάλληλων αυτών στοιχείων μειώνεται όσο κατεβαίνουμε προς τα κάτω. Στο εσωτερικό του κάθε δακτυλίου δημιουργείται ένα κενό σε κάθε επίπεδο διαφορετικό. Oσο το κενό παραμένει κενό δίνει την εντύπωση του ατέρμονου και η κάθοδος γίνεται ένα είδος μυσταγωγίας.
Επίσης, οι σκαμμένες όψεις των τοιχωμάτων του “κενού” αποπνέουν έναν μυστικισμό και γίνονται αφορμή για να ξετυλιχτούν οι προσωπικές εμπειρίες και σκέψεις για να καταλήξει στο νερό που αντιπροσωπεύει την “κάθαρση” του επισκέπτη. Ο καθένας, αναμοχλεύει τις δικές του αναμνήσεις και βιώνει τη διαδικασία με βάση τη δική του οπτική γωνία. Ετσι η ιστορική μνήμη, ατομική ή συλλογική, συμβάλλει στη δημιουργία μιας ξεχωριστής ταυτότητας, που χαρακτηρίζει το μνημείο. και ικανοποιεί τη βασική ανάγκη του επισκέπτη, να βιώνει την απώλεια και το τραύμα (ιστορικό, αρχιτεκτονικό, προσωπικό) και μέσα από αυτήν την “επίπονη” διαδικασία και την απομόνωση να λυτρώνεται.
Πέρασμα στην ιστορία
Ομάδα: Τεμπελοπούλου Μυρτώ, Καραδήμα Κατερίνα
H παρέμβαση αυτή εστιάζει το ενδιαφέρον της στο ανατολικό τμήμα του τείχους των Χανίων, στο οποίο βρίσκεται μια από τις πύλες εισόδου της πόλης, η πύλη Sabbionara. Εννοιολογικά το τείχος χαρακτηρίζεται από ακαμψία και σταθερότητα, στοιχεία τα οποία το καθιστούν αδιαπέραστο. Η εικόνα του τείχους σήμερα όμως παρουσιάζεται ασυνεχής, αντικατοπτρίζοντας βίαιες τομές που συντελέστηκαν σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους.
Η πρόταση για το νέο μνημείο, τοποθετείται στο ίχνος του αρχικού τείχους, χωρίς να καλύπτει πλήρως το κενό που δημιουργήθηκε. Με την πλαστικότητά του αναπαριστά τη συνέχεια του τείχους, ενώ παράλληλα διατηρεί τη θέα προς τη θάλασσα και επιτρέπει διάφορες οπτικές φυγές. Ενα ακόμη βασικό στοιχείο του νέου μνημείου είναι η έντονη τομή που δημιουργεί η “πύλη εισόδου”. Αποτελεί ανάκληση των ρηγμάτων που έχουν συντελεστεί μέσα στους αιώνες αλλά και ανάκληση της πύλης εισόδου στην πόλη που προϋπήρχε. Η αναπαράσταση αυτή δίνει στον επισκέπτη τη δυνατότητα να βιώσει μια μοναδική εμπειρία. Περνάει μέσα από το τείχος, γεγονός που φαντάζει ακατόρθωτο μιας και το τείχος συνδέεται άμεσα με την έννοια του αδιαπέραστου. Η είσοδος του επισκέπτη μέσα από το τείχος συντελεί ακόμα στο να συνειδητοποιήσει ο ίδιος καλύτερα τη σημασία και την αξία του. Το μνημείο δεν ανακαλεί απλώς στην μνήμη την ύπαρξη του τείχους, αλλά και την καταστροφή του. Επανανοηματοδοτεί την έννοια της πύλης και του περάσματος.